ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
 
 
"Σαν χρόνο υλοποίησης τούτου του έργου, πρέπει να λογαριάσει κανείς, 50 χρόνια έρευνα και μελέτη και 12 χρόνια (τα τελευταία) χειρωνακτική και καλλιτεχνική δουλειά.

Ξεκίνησα τούτο το έργο, όταν ήμουν 60 χρόνων. Οι πόρτες του κτιρίου - εξωτερικά - είναι ανοίγματα για διάφορες χρήσεις των δύο οικογενειών που υποθετικά κατοικούν στο σπίτι. Η μεγάλη τοξωτή και η διπλανή της (στην πρόσοψη), χρησιμοποιούνται για να μπαίνουν τα φορτωμένα ζώα. Πόρτα εξόδου - σε ώρα ανάγκης - είναι και η μικρή στο δυτικό μέρος της πρόσοψης, όπως επίσης και η πλαϊνή που οδηγεί στο πηγάδι. Οι πολεμίστρες είναι στοιχεία της φρουριακής αρχιτεκτονικής και χρησιμοποιούνταν για άμυνα. Υπάρχουν, κυρίως, πλάι στις πόρτες και σε άλλες θέσεις. (Τις χρησιμοποιώ σαν αεραγωγούς). Η καταχύτρα - πάνω από την μικρή νοτιοδυτική πόρτα εξόδου, είναι επίσης στοιχείο άμυνας. Έριχναν από κει πάνω, καυτό νερό ή λάδι, για εξόντωση του εχθρού. Οι καμινάδες (18 τον αριθμό) αντιστοιχούν σε υποτιθέμενα δωμάτια ή άλλους χώρους χρήσης (αν δηλαδή λειτουργούσε το σπίτι). Έχω άλλες επίπεδες με τσούτσουρο, μία προς τον νότο, με δύο τσούτσουρους και άλλες με αέτωμα. Η δίδυμη δείχνει ότι η μία έρχεται από το υπόγειο του σπιτιού και η άλλη από τον οντά. Τα εντοιχισμένα πιάτα στους εξωτερικούς τοίχους, έχουν συνθέσεις δικών μου σχεδίων, μεταπλάσεις λαϊκών και Βυζαντινών μοτίβων.Σε μερικά, έχω και Γιαννιώτικα στιχοπ(ου)λάκια - γυρίσματα -, όπως: «ξένε στα ξένα πώς περνάς; ποιος μαγειρεύει και δειπνάς;», «μαύρα μάτια με κοιτάζουν, και γλυκά μου (με) κουβεντιάζουν», «να 'μουνα΄ς της γης χαλίκι, και στ' αυτί σου σκουλαρίκι». Σε όλα έχω χρονολογία «1983» - τότε που θεμελιώθηκε το κτίριο. Τα έψησα στον ηλεκτρικό μου φούρνο, στους 610ο C. Τον τοίχο της εισόδου του Μουσείου, τον έβαλα 2cm πιο μέσα από τον κάθετό του, για να υποδηλώσω ότι δήθεν βρήκα κάποιο κομμάτι εκκλησιάς - το «κύτταρο», το οποίο χρησιμοποίησα σαν βάση και από κει και πέρα, συνέχισα τις προσθήκες.Σαν είσοδο παλιάς εκκλησιάς, παρουσιάζω την είσοδο του Μουσείου. Και όπως τότε, την διακόσμησα με επιπεδόγλυφη πέτρινη πλάκα, την αποτύπωσα από εκκλησιά του χωριού Μαντείο - Δωδώνης. Φέρει χρονολογία 1786 και πολλά αποτρεπτικά και διακοσμητικά λαϊκά ποικίλματα (στοιχεία) και σταυρούς. Μιμήθηκα την γκρίζα πέτρα που ήταν με τσιμέντο, καλά οπλισμένο, και χρώματα. Το ψηφιδωτό - αριστερά της εισόδου - είναι αντίγραφο ψηφιδωτού της Μονής Χίου, του 11ου αιώνα. Το δούλεψα, εδώ και 25 χρόνια, με πέτρες: ροζ από την Ηγουμενίτσα, άσπρο από τα Μάρμαρα (Σαντοβίτσα) και ψηφίδες μουράνο για τα υπόλοιπα χρώματα."



Παύλος Βρέλλης