|
|
|
|
|
Γενική άποψη των καταλοίπων του θεάτρου του Διονύσου, από Β.
|
|
|
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΕΩΣ
Τα κατάλοιπα του θεάτρου του Διονύσου Ελευθερέως, σε άμεση χωρική και συμβολική σχέση με το ομώνυμο ιερό, δεσπόζουν στο ανατολικό τμήμα της νότιας πλαγιάς της Ακρόπολης. Ο χώρος αυτός έχει συνδεθεί με τη γένεση και εξέλιξη ενός από τα κορυφαία επιτεύγματα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, δηλ. του δράματος και της σύλληψης του θεάτρου ως καλλιτεχνικής και αρχιτεκτονικής δημιουργίας. Εδώ πρωτοδιδάχτηκαν τα κορυφαία έργα των μεγάλων κλασικών δραματικών ποιητών, Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αριστοφάνη και Μενάνδρου, τα οποία όχι μόνο παίδευσαν πολύπλευρα το αθηναϊκό κοινό και συνέβαλαν καθοριστικά στο συνεχή επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας του αθηναίου πολίτη ως μέλους του δημοκρατικού πολιτεύματος, αλλά έως σήμερα συνιστούν πνευματική παρακαταθήκη για όλη την ανθρωπότητα. Ο αρχιτεκτονικός κυκλικός σχεδιασμός μάλιστα του ολόλιθου αθηναϊκού θέατρου και η υλοποίησή του σε ένα κατωφερές έδαφος κατέχει στην ιστορία της αρχιτεκτονικής των θεατρικών χώρων αρχετυπικό ρόλο, αφού εδώ εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, περίπου το 350 π.Χ., και στο εξής απετέλεσε πρότυπο για όλους τους θεατρικούς χώρους.
Αν και το αθηναϊκό θέατρο δέχθηκε καταστροφές, αλλαγές χρήσης και συλήσεις του υλικού του και για πολλούς αιώνες είχε καλυφθεί με παχιές επιχώσεις, η μνήμη του διατηρήθηκε ζωντανή διαμέσου των αιώνων από τα σωζόμενα έργα της κλασικής δραματουργίας. Με την αποκάλυψή του το 1862 η γένεση και οι εξελικτικές φάσεις του στάθηκαν αντικείμενο μελέτης πολλών διακεκριμένων επιστημόνων διεθνώς. Το μεγαλύτερο μέρος των σήμερα σωζομένων καταλοίπων ανήκουν, με τις όποιες μεταγενέστερες μετατροπές και αλλαγές, στη μνημειακή ολόλιθη ανακαίνιση του αθηναϊκού θεάτρου των ετών 350-320 π.Χ. περίπου, η οποία εκκίνησε επί Ευβούλου, αλλά ολοκληρώθηκε από τον ρήτορα και διαχειριστή επί των οικονομικών Λυκούργο (334-326 π.Χ.), που υπήρξε θαυμαστής των μεγάλων Τραγικών ποιητών του 5ου αι. π.Χ. και των επιτευγμάτων της εποχής του Περικλή.
Η ανάπτυξη του θεατρικού χώρου συνδέεται άμεσα με την εγκαθίδρυση της λατρείας του Διονύσου Ελευθερέως στη βάση της νότιας πλαγιάς της Ακρόπολης. Η παράδοση λέει ότι αυτή εισήχθη από την πόλη των Ελευθερών, ευρισκόμενη στα αττικοβοιωτικά σύνορα, κατά πάσα πιθανότητα από τον τύραννο Πεισίστρατο μεταξύ του 560-530 π.Χ. Εξάλλου και τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα από το ιερό, δηλ. τμήμα αετώματος με παράσταση σατύρων και νυμφών, τοποθετούνται χρονολογικά στην ίδια περίοδο. Τότε καθιερώθηκε και η μεγάλη λαϊκή εορτή των αστικών Διονυσίων, που εορταζόταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα κάθε έτος τέλη Μαρτίου/αρχές Απριλίου, τον αττικό μήνα Ελαφηβολιώνα. Ο αρχαίος ναός με το ιδρυτικό ξόανο του θεού και ο βωμός, γύρω από τον οποίο ετελούντο αρχικά θρησκευτικά δρώμενα με παρασταστικό χαρακτήρα απετέλεσε τον πυρήνα της εξέλιξης του θεατρικού χώρου, άμεσα βόρεια αυτού. Αντίστοιχα στην τελετουργική όρχηση των λατρευτών με μεταμφίεση σατύρων ή ζώων, που τραγουδούσαν με συνοδεία αυλού τον διθύραμβο (ιερό τραγούδι με θέματα από τη μυθολογία του Διονύσου) γύρω από το βωμό, πρέπει να αναζητηθεί το γενεσιουργό κύτταρο του αρχαίου δράματος.
Οι λιγοστές αναφορές των αρχαίων πηγών στα περίφημα ίκρια του αθηναϊκού θεάτρου και σε καταρρεύσεις, που συνέβησαν στις αρχές και στα μέσα του 5ου αι. π.Χ., οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι το θέατρο των μεγάλων Τραγικών ποιητών ήταν από ξύλο και τα καθίσματα διαμορφωνόταν πάνω σε ψηλά ικριώματα, όχι πάντα ασφαλή στατικά. Η διάρκεια αυτού του θεάτρου με όποιες αλλαγές και μετατροπές θα πρέπει να τοποθετηθεί τουλάχιστον από τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. έως την οικοδόμηση του νέου μνημειακού λίθινου θεάτρου, γύρω στο 350 π.Χ. Η έλλειψη αρχαιολογικών ευρημάτων έως πρόσφατα οδηγούσε πολλούς ερευνητές να πιστεύουν ότι αυτό ήταν προσωρινού χαρακτήρα και δεν θα είχαν διατηρηθεί κάποιες αρχαιολογικές ενδείξεις γι' αυτό. Πρόσφατες μικρές ανασκαφικές διερευνήσεις στο πλαίσιο των αναστηλωτικών έργων της Επιστημονικής Επιτροπής Μνημείων Νότιας Κλιτύος έδωσαν τα πρώτα ασφαλή στοιχεία για το ξύλινο θέατρο. Η αποκάλυψη των οπών έδρασης των ορθογώνιας διατομής ικρίων, οι θέσεις εύρεσης, τα αποτυπώματα της δομής του ξύλου, που αποκαλύφθηκαν με «χειρουργική» ανασκαφή στα χωμάτινα τοιχώματα των οπών, κατέδειξαν ότι το κλασικό ξύλινο θέατρο ήταν μόνιμου χαρακτήρα. Από τον ύστερο 6ον π.Χ. έως τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. το πλάτωμα της ορχήστρας συνιστούσε το κέντρο των θεατρικών δρώμενων, ενώ τα ξύλινα έδρανα, πιθανότατα σε πειόσχημη διάταξη περί την ορχήστρα, εδράζονταν βαθμιδωτά πάνω σε ένα πυκνό «δάσος» ψηλών ικρίων. Σε αυτή την καθοριστική φάση εξέλιξης των ειδών του δράματος και κυρίως της τραγωδίας ο σκηνικός χώρος πιθανότατα υποδηλωνόταν με κινητά στοιχεία ή πρόχειρες κατασκευές.
Από τα μέσα περίπου του 5ου αι. π.Χ. οι σωζόμενες τραγωδίες μαρτυρούν σοβαρές δραματουργικές αλλαγές και την ανάγκη σταθερού σκηνικού οικοδομήματος με τρεις θύρες και θεατρικό εξοπλισμό (θεατρική μηχανή, εκκύκλημα). Σύμφωνα με τελευταίες έρευνες φαίνεται ότι την εποχή του Περικλή ξεκίνησε ένα ευρύ πρόγραμμα ανακαίνισης του θρησκευτικού και πολιτιστικού κέντρου της νότιας κλιτύος με την οικοδόμηση του περίφημου Ωδείου, την κατασκευή λίθινου θεάτρου και την ανακαίνιση του ιερού. Η οικοδόμηση του νέου θεάτρου δεν κατέστη εν πολλοίς δυνατή λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης της Αθήνας με το ξέσπασμα του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-404 π.Χ.). Τμήματα ορθογώνιων λίθινων καθισμάτων με επιγραφές σχετίζονται με την ανακαίνιση της πρώτης σειράς των διακεκριμένων θέσεων (Προεδρία) του ξύλινου θεάτρου. Συγκριτικά οικοδομικά στοιχεία του 5ου αι. π.Χ., καθώς και επιγραφικές μαρτυρίες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το πρώτο σταθερό σκηνικό οικοδόμημα που ανέβηκαν τα μεγάλα έργα των Τραγικών (2ο μισό του 5ου αι. π.Χ.) θα πρέπει να ήταν κτισμένο σε λίθινο θεμέλιο με πλινθόκτιστους τοίχους ενισχυμένους με ξυλοδεσιές και επιχρισμένους, αλλά με πλούσια σκηνογραφικά στοιχεία στην όψη προς τον χώρο των θεατών. Η περίφημη θεατρική μηχανή ήταν σταθερή και δίκωλη (στηριζόμενη σε δύο πόδια) και εδραζόταν σε ένα στιβαρό θεμέλιο (θεμέλιο Τ) στο πίσω μέρος του εσωτερικού της σκηνής.
Η οικοδόμηση του πρώτου μνημειακού λίθινου θεάτρου της Αθήνας κατέστη δυνατή από το 350 π.Χ. περίπου, με την ανάκαμψη των δημόσιων οικονομικών. Πρόκειται για γιγαντιαίο τεχνικό έργο με ογκώδεις επιχώσεις, κατεργασία τεράστιων ποσοτήτων λίθου και υψηλού επιπέδου τεχνογνωσία. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός του νέου αθηναϊκού θεάτρου με το ημικυκλικό κοίλο, τους 67 μαρμάρινους και ενεπίγραφους θρόνους της Προεδρίας, την κυκλική ορχήστρα και τη μαρμάρινη σκηνή με τα παρασκήνια απετέλεσε διαχρονικά το πρότυπο για την εξέλιξη όλων των θεατρικών κατασκευών. Ιδιαιτερότητα του αθηναϊκού θεάτρου συνιστά η ύπαρξη ενός και μεγάλου πλάτους διαζώματος, που χωροθετήθηκε περίπου στη θέση παλαιάς όδευσης της περιοχής αυτής της Ακρόπολης, του Περιπάτου. Η χωρητικότητα του κοίλου υπολογίζεται μεταξύ 17.000 και 19.000 θέσεις.
Στα ύστερα ελληνιστικά χρόνια αλλαγές παρατηρούνται στην πρόσοψη της σκηνής με τρέχουσα κιονοστοιχία στην όψη και ίσως δεύτερο όροφο, ενώ η μετακίνηση των παρασκηνίων πιο πίσω υπαγορεύθηκε προφανώς από τη μεγάλη ζήτηση για ανίδρυση όλο και περισσοτέρων έργων πλαστικής στις προβεβλημένες θέσεις των παρόδων (κύριων εισόδων) του θεάτρου. Μετά τις καταστροφές του Σύλλα (86 π.Χ.) επί του ρωμαίου αυτοκράτορα Αυγούστου νέα μαρμάρινα πρόπυλα ιωνικού ρυθμού αντικατέστησαν τους παλιότερους ξύλινους πυλώνες. Επί αυτοκράτορα Νέρωνα, το 61/2 μ.Χ., ανακατασκευάζεται το σκηνικό οικοδόμημα κατά τα πρότυπα των ρωμαϊκών σκηνών με βαθύ και χαμηλό προσκήνιο (pulpitum) και μνημειακή διώροφη πρόσοψη (scaenae frons).
Νέα λαμπρή περίοδος εγκαινιάζεται για το αθηναϊκό θέατρο επί του φιλέλληνα Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού (117-138 μ.Χ.), στον οποίο είχε απονεμηθεί ο τίτλος του άρχοντα των Αθηνών, υπήρξε δύο φορές (125 και 132 μ.Χ.) αγωνοθέτης στους Διονυσιακούς αγώνες, δηλ. ανέλαβε τη χρηματοδότηση της μεγάλης εορτής, και τιμήθηκε ως Νέος Διόνυσος. Την περίοδο αυτή επέρχονται κάποιες αλλαγές στο κοίλο: ανιδρύονται 13 χάλκινα αγάλματα του αυτοκράτορα στα κάτω τμήματα των κερκίδων, προστίθενται νέες σειρές θρόνων υψηλότερα στο κεντρικό τμήμα του κοίλου, ενώ για τον μεταλλικό (χάλκινο ή επιχρυσωμένο) θρόνο του ίδιου του Αδριανού κατασκευάζεται υπερυψωμένο βάθρο (θεωρείο) στην κεντρική κερκίδα. Οι επιγραφές των μαρμάρινων θρόνων της Προεδρίας αναλαξεύονται και τίτλοι ιερέων νέων λατρειών προστίθενται. Το ρωμαϊκού ρυθμού σκηνικό οικοδόμημα κοσμείται κατά την πρόσοψη με αγάλματα προσωποποιήσεων των τριών θεατρικών ειδών (Τραγωδίας, Κωμωδίας και του Σατυρικού), συμπυκνώνοντας έτσι στο πνεύμα του αδριάνειου κλασικισμού το λαμπρό κλασικό παρελθόν του δημόσιου αυτού χώρου και τη συμβολή της πόλης γενικότερα στην κλασική παιδεία.
Μετά τις μεγάλες καταστροφές του βαρβαρικού φύλου των Ερούλων το 267 μ.Χ. στην Αθήνα η τελευταία αναλαμπή του θεάτρου μαρτυρείται από τη μετασκευή του ρωμαϊκού προσκηνίου σε Βήμα (4ος αι. μ.Χ.) με υλικά από παλιότερα μνημεία και κυρίως με τα ανάγλυφα, που είχαν προέλθει από τη διακόσμηση του αδριάνειου βωμού στο ιερό και διηγούνταν την «αττική» παραλλαγή της βιογραφίας του θεού Διονύσου, από τη γέννησή του έως την εγκαθίδρυση της λατρείας του στη νότια κλιτύ. Ο αναθέτης του και άρχων των Αθηνών, Φαίδρος, αναφέρεται σε σωζόμενη κατά χώραν επιγραφή, από την οποία συνάγεται η περαιτέρω χρήση του θεάτρου για διονυσιακές εορτές στο πλαίσιο λαϊκών συγκεντρώσεων, προφανώς έως το 529 μ.Χ., όταν ο Ιουστινιανός έκλεισε τις φιλοσοφικές σχολές στην Αθήνα.
Όταν το θέατρο πια περνάει στα χέρια της νέας χριστιανικής θρησκείας η οικοδόμηση της παλαιοχριστιανικής βασιλικής στην ανατολική πάροδο, τον 6ον αι. μ.Χ., και άλλες σοβαρές μετατροπές μαρτυρούν την καθοριστική αλλαγή χρήσης του μνημείου, που επί μία χιλιετία συνδέθηκε με τη βαθειά κοινωνικοπολιτική δύναμη του θεατρικού λόγου και συνέβαλε στην πνευματική ακτινοβολία της πόλης των Αθηνών σε ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Ρουσόπουλος, Η εν τω Διονυσιακώ Θεάτρω ανασκαφή, ΑρχΕφημ 1862, 37-38. 64. 94-102. 114-120. 128-147. 154-184. 209-220.224. 278-294.
L. Julius, Das Theater des Dionysos zu Athen, Zeitschrift fur bildende Kunst13, 1878, 193-204. 236-242
W. Doerpfeld - E. Reisch, Das griechische Theater. Beitraege zur Geschichte des Dionysos-Theaters in Athen und anderer griechischer Theater, Aalen 1896.
H. Bulle, Untersuchungen an griechischen Theatern, mit Beitraegen von K. Lehmann-Hartleben, H. Moebius und W. Wrede, AbhMuenchen 33, Muenchen 1928.
E. Fiechter, Das Dionysos-Theater in Athen. I. Die Ruine, Antike Griechische Theaterbauten, Heft 5, Stuttgart 1935.
R. Herbig, Das Dionysos-Theater in Athen II. Die Skulpturen vom Buehnenhaus, Stuttgart 1935.
E. Fiechter, Das Dionysos-Theater in Athen. III. Einzelheiten und Baugeschichte, Antike Griechische Theaterbauten, Heft 7, Stuttgart 1936.
A. W. Pickard-Cambridge, The Theatre of Dionysos in Athens, Oxford 1946.
C. Anti, Theatri greci arcaici da Minosse a Pericle, Padova 1947.
W. B. Dinsmoor, The Athenian Theater of the Fifth Century, στο: G. E. Mylonas (επιμ.), Studies presented to D. M. Robinson, Vol. I, St. Louis, 1951-53, 309-330.
Ι. Τραυλός, Η παλαιοχριστιανική βασιλική του Διονυσιακού Θεάτρου, ΑρχΕφημ 1953/54, 301-316.
M. Bieber, The History of the Greek and Roman Theater, 2Princeton 1961.
J. N. Travlos, Bildlexikon zur Topographie des antiken Athen, Tuebingen 1971.
M. Maass, Die Prohedrie des Dionysostheaters in Athen, Muenchen 1972.
E. Gebhard, The Form of the Orchestra in the Early Greek Τheater, Hesperia 43, 1974, 428-440.
O. Taplin, The Stagecraft of Aeschylus. Observations on the Dramatic Use of Exits and entrances, Oxford 1977.
M. Κορρές, Εργασίες στα μνημεία. Διονυσιακό Θέατρο. Συντήρηση - αποκατάσταση μνημείων, ΑρχΔελτ 35, 1980 Χρον. Α΄, 9-21.
F. Kolb, Agora and Theater, Volks und Festversammlung, Berlin 1981.
E. Poehlmann, Die Prohedrie des Dionysostheaters im 5. Jh. v. Chr. und das Buhnenspiel der Klassik, MusHelv 38, 1981, 129-146.
Μ. Κορρές, Διονυσιακό Θέατρο. Συντήρηση - αποκατάσταση μνημείων, ΑρχΔελτ 37, 1982 Χρον. 15-18.
A. Frantz, The Date of die Phaidros Bema in the Theatre of Dionysos, στο: Studies in Athenian Architecture, Sculpture and Topography presented to H.A. Thompson, Hesperia Suppl. 20, 1982, 34-39.
Θ. Παπαθανασόπουλος, Το θέατρο του Διονύσου. Η μορφή του κοίλου, στο: Αναστήλωση - Συντήρηση - Προστασία μνημείων και συνόλων Β, Αθήνα 1987, 31-60.
W. R. Connor, City Dionysia and Athenian Democracy, στο W. R. Connor (επιμ.), Aspects of Athenian Democracy, Copenhagen 1990, 7-32.
L. Polacco, Il teatro di Dioniso Eleuterio ad Atene, Rome 1990.
W. Wurster, Die Architektur des griechischen Theaters, AntW 24, 1, 1993, 20-42.
S. Scullion, Three Studies in Athenian Dramaturgy, Stuttgart - Leipzig 1994.
E. Csapo - W. J. Slater, The Context of Ancient Drama, Ann Arbor 1994.
H. R. Goette, Griechischer Theaterbau der Klassik - Forschungsstand und Fragestellungen, στο: E. Poehlmann (επιμ.), Studien zur Buehnendichtung und zum Theaterbau der Antike, Frankfurt a. M. 1995, 9-48.
G. Despinis, Il tempio arcaico di Dioniso Eleutereo, ASAtene N. S. 58-59, 1996-97, 193-214.
H. Froning, Bauformen - Vom Holzgerust zum Theater von Epidauros, στο: Moraw, S. & Noelle, E. (επιμ.), Die Geburt des Theaters in der griechischen Antike, Mainz 2002, 31-59.
E. Poehlmann, Neue Argumente fur ein Buehnenhaus in der fruehen griechischen Tragoedie, στο: S. Moraw - E. Noelle (επιμ.), Die Geburt des Theaters in der griechischen Antike, Mainz 2002, 27-30.
G. Despinis, Hochrelieffriese des 2. Jhs. n. Chr. aus Athen, Muenchen 2003.
K. Junker, Vom Theatron zum Theater: zur Genese eines griechischen Bautypus, AntK 47, 2004, 10-33.
Σ. Γώγος, Το αρχαίο Θέατρο του Διονύσου. Αρχιτεκτονική μορφή και λειτουργία, Αθήνα 2005.
E. Csapo - M. C. Miller (επιμ.), The Origins of the Theater in Ancient Greece and Beyond, Cambridge 2007.
A. Mantis, Conservation and Restoration of the Theatre of Dionysos in Athens, στο: A. Aloisi κ.α. (επιμ.), Teatri antichi nell' area del Mediterraneo, Atti IIo convegno internazionale di studi "La materia e I Segni della Storia", Siracusa, 13-17 ottobre 2004, Palermo 2007, 162-172.
Π. Βαλαβάνης, Σύντομο περίγραμμα της έρευνας για το Διονυσιακό θέατρο, στο: Θέατρο και κοινωνία στη διαδρομή της ελληνικής ιστορίας. Μελέτες από μια ημερίδα προς τιμήν της ¶. Ραμού Χαψιάδη, Κ. Μπουραζέλης (επιμ.), Αθήνα 2009, 83-109.
Μ. Κορρές, (επιμ.), Αττικής Οδοί. Αρχαίοι δρόμοι της Αττικής, Αθήνα 2009.
L. Gallo, Lord Elgin and Ancient Greek Architecture. The Elgin Drawings at the British Museum, New York 2009.
J.-C. Moretti, Theatre et societe dans la Grece antique, Paris 2001, nouvelle ed. 2011.
Β. Zimmermann (επιμ.), Handbuch der griechischen Literatur der Antike. 1. Die Literatur der archaischen und klassischen Zeit, Munchen 2011.
Χρ. Παπασταμάτη-von Moock, Θέατρο του Διονύσου Ελευθερέως. Τα γλυπτά της ρωμαϊκής σκηνής: χρονολογικά, καλλιτεχνικά και ερμηνευτικά ζητήματα, στο: Θ. Στεφανίδου-Τιβερίου - Π. Καραναστάση - Δ. Δαμάσκος (επιμ.), Κλασική παράδοση και νεωτερικά στοιχεία στην πλαστική της ρωμαϊκής Ελλάδας, Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου Θεσσαλονίκη, 7.-9. Μαϊου 2009, Θεσσαλονίκη 2012, 129-149.
Chr. Papastamati-von Moock, The Theatre of Dionysos Eleuthereus in Athens: New Data and Observations on its "Lycurgan phase", στο: Ε. Csapo, H. R. Goette, R. Green, P. Wilson (επιμ.), The Greek Theatre in the Fourth Century BC, Berlin/Boston 2014, 15-76.
Chr. Papastamati-von Moock, The Wooden Theatre of Dionysos Eleuthereus in Athens: Old Issue, New Research, στο: R. Frederiksen, E. Gebhard, A. Sokolicek, (επιμ.), The Architecture of the Ancient Greek Theatre, Acts of an International Conference at the Danish Institute at Athens 27-30 January 2012, Monographs of the Danish Institute, 17, Aarhus 2015, 39-79.
E. Csapo, The Earliest Phase of Comic Choral Entertainments in Athens. The Dionysian Pompe and the Birth of Comedy, στο: S. Chronopoulos - C. Orth (Επιμ.), Fragmente einer Geschichte der griechischen Komodie, Studia Comica 5, Heidelberg 2015, 66-108.
|