ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Ο ΧΩΡΟΣ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
 
 
Ο Παυσανίας μετά την επίσκεψή του στην Αρχαία Μεσσήνη (2ος αι. μ.Χ.) αναχώρησε από την πόλη και κατευθύνθηκε προς την Μεγαλόπολη μέσω της Αρκαδικής Πύλης. Στα δεξιά του αρχαίου δρόμου, που ακολούθησε κατευθυνόμενος προς την αρχαία τριπλή γέφυρα της Μαυροζούμαινας (αρχαία Βαλύρα), αποκαλύφθηκε κατά τις πρόσφατες ανασκαφές της Αρχαίας Μεσσήνης συστάδα ταφικών μνημείων. Τα κτίσματα διατάσσονται το ένα δίπλα στο άλλο, και παρουσιάζουν ενδιαφέρον τόσο ως προς τα αρχαιολογικά δεδομένα όσο και ως προς την αρχιτεκτονική τους μορφή. Τα περιγραφόμενα μνημεία αριθμούνται σύμφωνα με την κάτοψη.

Το ταφικό κτίσμα 2 αποτελεί ευρυμέτωπο με διπλό θάλαμο και στοά στην πρόσοψη μαυσωλείο, πρωτοφανές για τον ελλαδικό χώρο. Μπροστά στους θαλάμους διαστ.4.70 x 5.40 μ. εκτείνεται δωρική στοά (14.50 μήκος x 3.80 μ. πλάτος) αποτελούμενη από δέκα δωρικούς κίονες. Οι δύο ισομεγέθεις θάλαμοι φέρουν εσωτερικά ανά τρεις ορθογώνιες κόγχες στο μέσον των τριών πλευρών τους, και από ένα υπερυψωμένο πόδιο (2.70 x 1.45μ.) στον άξονα. Στο πόδιο είχαν τοποθετηθεί μαρμάρινες σαρκοφάγοι, των οποίων θραύσματα αποκαλύφθηκαν κατά την ανασκαφή. Η δωρική στοά του κτίσματος εδράζεται πάνω σε υψηλό πόδιο με περισσότερους από έξι αναβαθμούς. Μέσα στη στοά αποκαλύφθηκαν τέσσερις λάκκοι με υπολείμματα καύσης νηπίων. Οι καύσεις συνοδεύονταν από ενδιαφέροντα κτερίσματα, όπως πολυάριθμα αγγεία που είχαν πυρακτωθεί, λυχνάρια με ανάγλυφες παραστάσεις, αλλά και καλά διατηρημένους απανθρακωμένους καρπούς. Η γενική εικόνα μαρτυρεί ασύνηθες ταφικό έθιμο, κατά το οποίο τελείτο καύση νεογνών και εναπόθεση των υπολειμμάτων της καύσης στη στοά, δηλαδή έξω από τους ταφικούς θαλάμους του κτίσματος. Αντίθετα, σε κόγχες των θαλάμων, μέσα σε μαρμάρινες σαρκοφάγους είχαν ενταφιαστεί μόνον ενήλικα μέλη της οικογένειας. Οι θάλαμοι του ταφικού κτίσματος 2, όπως και οι κοντινοί προς αυτό, είχαν χρησιμοποιηθεί ως χώροι ταφής και κατοικίας κατά τους Πρωτοχριστιανικούς χρόνους (5ος- 6ος αι. μ.Χ.).

Αρχιτεκτονικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα υπόλοιπα μνημεία της Αρκαδικής Πύλης. Το ταφικό μνημείο 3 είναι ναόσχημο, με είσοδο στο μέσον της νότιας πλευράς του. Αποτελείται από προστώο με πεσσοστοιχία (2.70 x 5.30μ.) και ευρύ θάλαμο. Στο μέσον των υπολοίπων πλευρών ανοίγονται τρεις ορθογώνιες κόγχες. Από το κτίσμα προέρχονται θραύσματα μαρμάρινων σαρκοφάγων νεοαττικών εργαστηρίων (2ος-3ος αι. μ.Χ.) με ενδιαφέρουσες ανάγλυφες παραστάσεις μάχης.

Μεταξύ ΝΑ Πύργου της Αρκαδικής Πύλης και ταφικού κτίσματος 3 ήλθαν στο φως δύο ισομεγέθη κλιμακωτά βάθρα επιτύμβιων μνημείων (4) οικοδομημένα εξ ολοκλήρου από αρχιτεκτονικά μέλη(ημικίονες, τρίγλυφα, μετόπες) προγενεστέρων ταφικών μνημείων. Δυτικά του ταφικού μνημείου 2 αποκαλύφθηκε συγκρότημα ταφικών περιβόλων με κιβωτιόσχημους και κεραμοσκεπείς τάφους των Αυτοκρατορικών και Πρωτοβυζαντινών χρόνων (2ος-6ος αι. μ.Χ.).

Ένα ακόμη ταφικό κτίσμα (5) αποκαλύφθηκε σε επαφή με το νότιο πύργο της Αρκαδικής Πύλης, δίπλα στην εξωτερική είσοδό της. Η σωζόμενη θεμελίωση και το ψηφιδωτό δάπεδο, που έχει καλυφθεί για λόγους προστασίας, ανήκουν σε ταφικό θάλαμο των Ρωμαϊκών χρόνων. Στην ανατολική κόγχη του θαλάμου βρίσκεται στερεωμένη λίθινη σαρκοφάγος, η οποία έφερε ανάγλυφη διακόσμηση.

Σύμφωνα με τις επιτύμβιες επιγραφές, που ήλθαν στο φως, τα ταφικά μνημεία της Αρκαδικής Πύλης χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του 2ου, 3ου και 4ου αι. μ.Χ. για τον ενταφιασμό των μελών επιφανών οικογενειών της πόλης.
Συντάκτης
Γεωργία Χατζή - Σπηλιοπούλου, αρχαιολόγος