ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Ο ΧΩΡΟΣ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
 
 
Η ακρόπολη των Μυκηνών έχει κτιστεί σε ύψωμα , περίπου 280 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, μεταξύ δύο απόκρημνων λόφων. Είναι κρυμμένη από τους λόφους του Προφήτη Ηλία, Βόρεια και της Σάρας, Νότια. Οι δύο απόκρημνες χαράδρες του Χάβου από το Βορρά και της Κοκορέτσας ΝΑ οχυρώνουν φυσικά την ακρόπολη και δεν επιτρέπουν την πρόσβαση παρά μόνο από τη Δυτική πλευρά. Ο μύθος αναφέρει ότι ιδρυτής των Μυκηνών ήταν ο Περσέας. Ο Περσέας ήταν αυτός που ανέθεσε στους Κύκλωπες, τεράστια μυθικά όντα από τη Μικρά Ασία, να χτίσουν τα τείχη γι' αυτό και ονομάστηκαν Κυκλώπεια.

Τα αρχαιολογικά ευρήματα και τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που βρέθηκαν κοντά στα τείχη έφεραν στο φως τρεις βαθμίδες οικοδόμησης, από τα μέσα του 14ου αιώνα π.Χ. έως τα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ., οι οποίες έκαναν το σύστημα οχύρωσης όλο και πιο αποτελεσματικό. Εξαίρεση αποτελούν οι επιδιορθώσεις που έγιναν κατά την ελληνιστική περίοδο (3ος αιώνας π.Χ.), διότι τμήματα του τείχους είχαν καταστραφεί από τους Αργείους το 468 π.Χ. Αυτές αφορούν τη δυτική πλευρά του προμαχώνα της Πύλης των Λεόντων, τμήμα της καμπύλης του τείχους που περικλείει τον ταφικό κύκλο Α, ένα τμήμα του λεγόμενου πολυγωνικού πύργου που βρίσκεται δίπλα στην οικία Τσούντα και ένα τμήμα της ΒΑ επέκτασης.

Σήμερα, βλέπουμε τα επιβλητικά αμυντικά τείχη, τα οποία ακολουθούν τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους και σχηματίζουν ένα νοητό τρίγωνο. Είναι η τελική οικοδομική φάση των τειχών, η οποία χρονολογείται στα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ. Την ίδια εποχή οχυρώνονται και οι άλλες μυκηναϊκές ακροπόλεις με τον ίδιο τρόπο.

Η τελική οικοδομική φάση αφορά μόνο την επέκταση στη ΒΑ γωνία της ακρόπολης. Έγινε για να συμπεριλάβει την υπόγεια δεξαμενή και προσαρτήθηκε στην υπάρχουσα τειχογραμμή. Με την ευκαιρία αυτού του σημαντικού βελτιωτικού έργου, που εξασφάλιζε νερό στην ακρόπολη κυρίως όταν αυτή θα βρισκόταν σε περίοδο πολιορκίας, έγιναν οι δυο πυλίδες στη ΒΑ επέκταση. Η μία διευκόλυνε την φύλαξη της κρήνης που τροφοδοτούσε την ακρόπολη και η άλλη είχε σαν στόχο την εύκολη πρόσβαση σ' ένα παρατηρητήριο εκτός των τειχών. Την ίδια εποχή διαπλατύνθηκε η μεγάλη αναβάθρα, η οποία πήρε την τελική της μορφή και οικοδομούνται οι βόρειες αποθήκες στην εσωτερική βόρεια πλευρά του τείχους.

Η περίμετρος του τείχους στη σημερινή του μορφή είναι 900 μέτρα και οχυρώνει μια έκταση 30.000 τ.μ., με μέγιστο σωζόμενο ύψος 8,25μ. περίπου και μέσο όρο πλάτους 5,50-6μ., που όμως σε κάποια σημεία φτάνει και τα 8μ.

Η β΄ οικοδομική φάση χρονολογείται περίπου στα μέσα του 13ου αιώνα (1250 π.Χ). Σ' αυτή τη φάση συμπεριλαμβάνεται μέσα στα τείχη ο Ταφικός Κύκλος Α' και κατασκευάζεται για πρώτη φορά η μνημειακή είσοδος της Πύλης των Λεόντων. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της Β' φάσης είναι η Πύλη των Λεόντων, η οποία δημιουργήθηκε από την αρχή και καμία σχέση δεν είχε με την προηγούμενη. Κτίζεται επίσης για πρώτη φορά η Βόρεια Πύλη, ο ΝΑ προμαχώνας και διαμορφώνεται η μεγάλη αναβάθρα προς το ανάκτορο. Η δύναμη και η ακμή του Μυκηναϊκού πολιτισμού αντικατοπτρίζεται εδώ από τη μεγάλη επέκταση και από την εντυπωσιακή εμφάνιση των κατασκευών. Αυτό το στάδιο διαφοροποιείται από το τρίτο και κατά πολύ από το πρώτο, όσο αφορά την μέθοδο κατασκευής. Όχι μόνο χρησιμοποιούνται ευρέως κροκαλοπαγείς λίθοι αλλά η θεμελίωση των τειχών γίνεται πάνω σε πλέσια (στρώμα λευκής αργίλου ανακατεμένη με μικρούς λίθους).

Η α΄ ανάπτυξη του περιβόλου περιελάμβανε τον τειχισμό της πιο υψηλής κορυφής του λόφου, κάλυπτε περίπου τη μισή από τη σημερινή έκταση και χρονολογείται στα μέσα του 14ου αι. π.Χ. (1350 π.Χ. περίπου). Τότε, η ακρόπολη τειχίζεται για πρώτη φορά. Ωστόσο παρατηρούνται σημάδια και ίχνη κατοίκησης από τη Νεολιθική και Πρωτοελλαδική περίοδο (3000-2500 π.Χ.). Η πρόσβαση στην ακρόπολη διευκολύνεται από μια απλή κατασκευαστικά, κύρια πύλη, που βρισκόταν λίγο βορειότερα από το σημείο, όπου αργότερα δημιουργήθηκε η Πύλη των Λεόντων. Από αυτή τη φάση σήμερα διατηρείται το Βόρειο τείχος, τμήμα του ΒΔ και του ΝΑ τείχους.

Τα κυκλώπεια τείχη υψώνονται περίτρανα στο πέρασμα του χρόνου και μας θυμίζουν την αίγλη και το μεγαλείο του Μυκηναϊκού πολιτισμού που εξυμνεί με τις περιγραφές του ο Όμηρος στην «Ιλιάδα».
Συντάκτης
Ε. Παλαιολόγου, Σ. Αγγελίδου, Β. Μαυροθαλασσίτη - αρχαιολόγοι