ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Ο ΧΩΡΟΣ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΦΩΤΟΘΗΚΗ
 
 
© Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, © J.M. Klessing
Η απόληξη του δυτικού προμαχώνα και ο πύργος
Τα τείχη που οριοθετούν την ακρόπολη της Τίρυνθας κατασκευάστηκαν σε τρεις κύριες οικοδομικές φάσεις και οχύρωσαν σταδιακά ολόκληρο το λόφο από το νότιο-υψηλότερο προς το βόρειο-χαμηλότερο έξαρμά του. Ως οικοδομικό υλικό χρησιμοποιήθηκε κόκκινος και γκρίζος ασβεστόλιθος που συναντάται άφθονος τόσο στον ίδιο το λόφο όσο και στο λόφο του Προφήτη Ηλία ανατολικά της ακρόπολης. Το μέγεθος των ογκολίθων που χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για τα τείχη της τρίτης φάσης προκάλεσε την απορία και το θαυμασμό ήδη στην αρχαιότητα, γεγονός που αντικατοπτρίζεται άμεσα στο μύθο των κυκλώπων. Οι ογκόλιθοι ζυγίζουν πολλούς τόνους που δικαιολογούν την άποψη του περιηγητή Παυσανία (ΙΙ, 25, 7-9) ότι ούτε ζεύγος ημιόνων δεν ήταν σε θέση να μετακινήσει τον μικρότερο από αυτούς.

Η πρώτη οικοδομική φάση του τείχους

Τα τείχη της πρώτης φάσης που χρονολογούνται στις αρχές του 14ου αιώνα π.Χ. (ΥΕ ΙΙΙΑ1) περιέβαλαν το νότιο και υψηλότερο έξαρμα του λόφου, το χώρο δηλαδή που κάλυψαν το μεταγενέστερο ανάκτορο και οι δύο αυλές (4 και 2) νότια αυτού. Η πύλη, που εντοπίσθηκε στην ανασκαφή του 1909, βρισκόταν στην ανατολική πλευρά ακριβώς στο χώρο του μεταγενέστερου μεγάλου πρόπυλου (1) αλλά αρκετά μέτρα βαθύτερα. Οι ισχυροί τοίχοι της πύλης αυτής χρησίμευσαν ως θεμέλια κατά την κατασκευή του μεγάλου προπύλου. Η πορεία του τείχους που προσαρμόζεται στο φυσικό γεωλογικό υπόβαθρο του λόφου δεν είναι απολύτως ευθύγραμμη αλλά παρουσιάζει τεθλασμένη διάταξη. Το μέγεθος των ογκολίθων που χρησιμοποιούνται είναι σχετικά μικρό, το ύψος τους κυμαίνεται στα 0.60-0.70 εκ., με αποτέλεσμα να μην απαιτούνται πολλές ενδιάμεσες μικρές πέτρες για τη στήριξή τους. Οι ογκόλιθοι που έχουν συνήθως επεξεργασμένη επιφάνεια, διατάσσονται κατά κανόνα σε οριζόντιες στρώσεις. Για τη φάση αυτή χρησιμοποιείται αποκλειστικά γκρίζος ασβεστόλιθος. Ορισμένα τμήματα του τείχους αυτής της φάσης είναι και σήμερα ορατά σε διάφορα σημεία. όπως π.χ. δεξιά και αριστερά από την πύλη και στη δυτική πλευρά του μεταγενέστερου διαδρόμου 53-55 μέχρι τη ΒΑ γωνία του χώρου που καταλαμβάνει το μεταγενέστερο ανάκτορο. Στο σημείο αυτό το τείχος κάμπτεται προς τα δυτικά μέχρι τον ανατολικό τοίχο του μεταγενέστερου μεγάλου μεγάρου, όπου και κάμπτεται πάλι προς τα νότια, εξαφανίζεται κάτω από τα θεμέλια αυτού και επανεμφανίζεται κατά τη ΒΔ γωνία του ανακτορικού ανδήρου. Από το σημείο αυτό κατευθύνεται προς τα νότια με οδοντωτή διάταξη και μέχρι το σημείο του μεταγενέστερου πύργου 43-44, όπου κάμπτεται πάλι προς τα ανατολικά. Στην πορεία αυτή το τείχος καλύπτεται από τις μεταγενέστερες φάσεις και δεν είναι ορατό μέχρι την ανατολική του πλευρά, νότια της πύλης. Το επίπεδο αυτής της φάσης εσωτερικά του τείχους ήταν 2-3 μ. βαθύτερα από το σημερινό. Η πρόσβαση προς την πύλη γινόταν μέσω ενός ανδήρου στο χώρο του μεταγενέστερου διαδρόμου 54 και της πύλης 53. Ο χώρος βόρεια του τείχους, η μεταγενέστερη Μέση ακρόπολη, πρέπει να παρέμεινε στη φάση αυτή ανοχύρωτος.

Η δεύτερη οικοδομική φάση του τείχους

Στα τέλη του 14ου με αρχές του 13ου αιώνα (ΥΕ ΙΙΙΒ1) το τείχος της ακρόπολης επεκτάθηκε. Στα νότια κατασκευάσθηκε ένας προμαχώνας που επέκτεινε το χώρο της ακρόπολης μέχρι τα όρια του φυσικού βράχου του λόφου. Την εξωτερική του παρειά αποτελεί η βόρεια πλευρά της μεταγενέστερης γαλαρίας 59. Στο σημείο αυτό διαμορφώθηκε μία είσοδος, από την οποία μπορούσε κανείς ακολουθώντας το κλιμακοστάσιο 58 να ανέβει στο άνδηρο της ακρόπολης. Στα ανατολικά δημιουργήθηκε μια αυλή (56), εξωτερικά της πύλης της πρώτης φάσης. Η εξωτερική πύλη μεταφέρθηκε στο βόρειο άκρο της αυλής, όπου προτάχθηκε ένας μικρών διαστάσεων χώρος (55) που έκλεινε από τις δύο πλευρές με ξύλινες θύρες. Για την πρόσβαση στη νέα εξωτερική πύλη συνέχισε να χρησιμοποιείται το άνδηρο της πρώτης φάσης. Επιπρόσθετα προστατεύθηκε η πλευρά αυτή με ένα νέο τμήμα τείχους που πλαισίωσε από τη νότια και ανατολική πλευρά τη νέα εξωτερική αυλή (56) και τη νέα πύλη. Στη φάση αυτή επιχωματώθηκε η αυλή 56, η παλιά πύλη και η εσωτερική αυλή 2 μέχρι το σημερινό περίπου επίπεδο. Ίσως σ' αυτή τη φάση οχυρώθηκε και ο χώρος της μέσης ακρόπολης. Εξάλλου για την ίδια εποχή μαρτυρείται μία πρώτη οχύρωση της Κάτω Ακρόπολης.

Πιθανά στα μέσα του 13ου αιώνα μετατοπίστηκε εκ νέου προς τα βόρεια η εξωτερική πύλη (53) που έμελλε να αποτελέσει την κύρια πύλη της τελικής φάσης της ακρόπολης. Τη νέα πύλη προστάτευαν τώρα δύο νέα τμήματα του τείχους που δημιουργήθηκαν βόρεια και εκατέρωθεν αυτής από τεράστιους ογκόλιθους. Η ομοιότητα της πύλης αυτής με την πύλη των Λεόντων στις Μυκήνες τόσο στις διαστάσεις όσο και στο υλικό κατασκευής, χρησιμοποιήθηκε κροκαλοπαγής λίθος, είναι χαρακτηριστική. Επίσης στη ΒΔ πλευρά της μέσης ακρόπολης χτίστηκε ένας πύργος (48), για να προστατεύσει την δυτική πλευρά του τείχους και ίσως μία πρόσβαση από την πλευρά αυτή. Για την κατασκευή του τείχους αυτής της φάσης χρησιμοποιείται εκτός από γκρίζος και κόκκινος ασβεστόλιθος. Σε σημαντικά σημεία, όπως οι γωνίες, τοποθετούνται ιδιαίτερα μεγάλοι ογκόλιθοι και παρότι οι επιφάνειες είναι επεξεργασμένες δεν διατηρείται πάντα η οριζόντια διάταξη των ογκολίθων. Οι πλευρές του τείχους ιδιαίτερα στα σημεία της επέκτασης δεν κάμπτονται τόσο συχνά με αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεγαλύτερες ενιαίες επιφάνειες.

Η τρίτη οικοδομική φάση του τείχους

Περί τα μέσα και κυρίως στο δεύτερο μισό του 13ου αιώνα το τείχος απόκτησε την τελική του μορφή αυτή που διακρίνει ο επισκέπτης σήμερα. Στα νότια και στα ανατολικά κατασκευάσθηκαν οι γαλαρίες (59.57). Η κατασκευή τους με τον «εκφορικό τρόπο? που δημιουργεί οξυκόρυφα τόξα αποτελεί ένα σπουδαίο τεχνικό επίτευγμα της εποχής. Οι γαλαρίες αυτές προσαρτήθηκαν στην εξωτερική πλευρά της δεύτερης φάσης του τείχους. Στα δυτικά κατασκευάστηκε ο δυτικός προμαχώνας (47), για να προστατεύσει το δυτικό κλιμακοστάσιο και την είσοδο από την πλευρά αυτή. Ενας νέος πύργος (43.44) κατασκευάστηκε στη ΝΔ γωνία για τους ίδιους λόγους. Στο πλαίσιο αυτής της επέκτασης του τείχους μετατοπίσθηκε για άλλη μια φορά η εξωτερική πύλη (51), η οποία τοποθετήθηκε τώρα μεταξύ των σκελών του τείχους της ανατολικής πλευράς. Σ' αυτή την πύλη οδηγούσε μία ράμπα (52). Για την κατασκευή του τείχους αυτής της φάσης χρησιμοποιήθηκε κόκκινος και γκρίζος ασβεστόλιθος. Το μέγεθος των ογκολίθων που χρησιμοποιούνται ξεπερνάει τους ογκόλιθους των προηγουμένων φάσεων, ενώ χρησιμοποιούνται πολύ περισσότερες ενδιάμεσες μικρές πέτρες για τη στήριξή τους. Οι επιφάνειες δεν είναι πια τόσο καλά επεξεργασμένες. Πέρα από το εντυπωσιακό μέγεθος των ογκολίθων στα επιτεύγματα της εποχής ανήκουν τα οξυκόρυφα τόξα και η κατασκευή ενός οχυρωματικού τοίχου με καμπύλο περίγραμμα..

Στην Κάτω ακρόπολη αντικαταστάθηκε η οχύρωση των αρχών του 13ου αιώνα (ΥΕΙΙΙΒ1) από ένα σχεδόν αυθύπαρκτο ισχυρό τείχος που αγγίζει τα 7 μ. Το τείχος αυτό εδράζεται απευθείας στο φυσικό βράχο και είναι στις κατώτερες στρώσεις του αρμολογημένο με ασπρόχωμα. Οι Σύριγγες, κτιστές κατά τον εκφορικό τρόπο πρόσβασης στις υπόγειες πηγές, στη ΒΔ πλευρά του έχουν οικοδομηθεί ταυτόχρονα με αυτό. Στο εσωτερικό του τείχους έχουν εξαιρεθεί 28 συνολικά δωμάτια με τετράγωνο περίγραμμα και οξυκόρυφη απόληξη. Μερικά από τα δωμάτια διέθεταν και δεύτερο όροφο. Τα περισσότερα από αυτά φαίνεται πως υπέστησαν σημαντικές ζημίες κατά το σεισμό του τέλους του 13 ου αιώνα, γιατί κλείστηκαν μετά από αυτόν .
Συντάκτης
Δρ. Άλκηστις Παπαδημητρίου