|
|
|
|
|
Παναγία Λαμπινή Ρεθύμνου, λεπτομέρεια τοιχογραφίας από την αψίδα.
|
|
|
Ο ναός της Παναγίας βρίσκεται στο νότιο όριο του οικισμού Λαμπινής του Δήμου Λάμπης Νομού Ρεθύμνου. Ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο του απλού τετράστυλου σταυροειδούς με τρούλο, με την ιδιορρυθμία ότι οι εγκάρσιες κεραίες εξέχουν από τους πλάγιους τοίχους, διαγράφοντας εντονότερο το σχήμα του σταυρού. Οι κεραίες καλύπτονται από ημικυλινδρικές καμάρες και τα γωνιαία διαμερίσματα από επιμήκη, υποτυπώδη σταυροθόλια. Τόσο οι κεραίες όσο και τα γωνιαία διαμερίσματα, εκτός από το νοτιοανατολικό, που πιθανώς οφείλεται σε ανακατασκευή, διαμορφώνονται πλαστικά με τυφλά αψιδώματα, από τα οποία τα δύο της βόρειας κεραίας έχουν διπλό πλαίσιο, ενώ τα υπόλοιπα απλό. Τα αψιδώματα είναι κτισμένα με λίθους, πλίνθους και όστρακα, ενώ μια μεγαλύτερη συγκέντρωση πλίνθων παρατηρείται στα κατώτερα μέρη της δυτικής όψης. Η τοιχοποιία είναι από αργούς λίθους με άφθονο ασβεστοκονίαμα, που καλύπτει μέρος της επιφάνειας του τοίχου.
Η θύρα του αποτελεί μεταγενέστερη επέμβαση, ενσωματωμένη στην τοιχοποιία. Οι παραστάδες και τα επίκρανα από λαξευτό πωρόλιθο μιμούνται μορφές του 16ου και 17ου αιώνα. Το ευθύγραμμο υπέρθυρο προέρχεται από βενετσιάνικο θύρωμα.
Ο τρούλος του ναού έχει κυλινδρικό τύμπανο εξωτερικά και ελλειψοειδές εσωτερικά. Ο κύλινδρος εξωτερικά διαμορφώνεται με διπλά τυφλά αψιδώματα κτισμένα με πλίνθους και λαξευτούς λίθους. Εσωτερικά στηρίζεται σε τέσσερις ογκώδεις πεσσούς. Ο ναός παρουσιάζει αρκετές αναλογίες ως προς τον αρχιτεκτονικό τύπο και τα επιμέρους στοιχεία με ναούς, που χρονολογούνται στον 11ο αιώνα, όπως είναι η ευρεία χρήση των τυφλών αψιδωμάτων, των σταυροθολίων στα γωνιαία διαμερίσματα, των πολύλοβων παραθύρων στις πλάγιες όψεις, ο διακοσμητικός συνδυασμός λίθου και πλίνθου. Το γεγονός όμως ότι τα πλάγια αψιδώματα δεν ανταποκρίνονται στη δομή του μνημείου, ότι αντί της πλίνθου χρησιμοποιούνται όστρακα από κεραμίδες, οι ατέλειες στην κατασκευή των σταυροθολίων και η αδέξια χρήση των διακοσμητικών στοιχείων μας οδηγούν στη χρονολόγησή του περί τα τέλη του 12ου αιώνα.
O ναός διασώζει σε μεγάλη έκταση τον τοιχογραφικό του διάκοσμο σε περισσότερα από δυο στρώματα, παρά τις σοβαρές βλάβες που υπέστησαν από τη μακρά χρήση του μνημείου και κυρίως από την πυρπόλησή του. Το πρώτο στρώμα διακρίνεται αποσπασματικά στην κόγχη του ιερού και χαμηλά στους πλάγιους τοίχους. Παρουσιάζει φθορές από τα σφυροκοπήματα για την καλύτερη πρόσφυση των επόμενων στρωμάτων τοιχογράφησης. Στο ιερό εικονίζονται μετωπικοί ιεράρχες και στο βορειοδυτικό τοίχο διακρίνονται τρεις μορφές από την αρχική παράσταση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου κάτω από δυο νεώτερα στρώματα. Η ποιότητα του αρχικού διακόσμου, οδηγεί στη χρονολόγησή του στα τέλη του 12ου αιώνα και το εντάσσει στα ενδιαφέροντα δείγματα της κομνήνειας τέχνης στην Κρήτη.
Το δεύτερο στρώμα, που πιθανώς θα μπορούσε και να ταυτιστεί με το πρώτο, περιλαμβάνει σκηνές στην καμάρα της ανατολικής κεραίας και στο δυτικό τοίχο και είναι έργο ενός επίσης ικανού τεχνίτη των μέσων του 13ου αιώνα.
Τέλος το νεώτερο στρώμα ζωγραφικής, που καταλαμβάνει και τη μεγαλύτερη έκταση, διατηρεί αρκετά στοιχεία από τη μνημειακή τέχνη της Δεύτερης Βυζαντινής Περιόδου και χρονολογείται, σύμφωνα με τις ζωγραφικές αναλογίες που παρουσιάζει με άλλα γνωστά μνημεία της ίδιας περιόδου, στις αρχές του 14ου αιώνα. Το εικονογραφικό πρόγραμμα απαρτίζεται από ολόσωμους και στηθαίους αγίους χαμηλά, αναπτυγμένο ευαγγελικό και θεομητορικό κύκλο και Δευτέρα Παρουσία. Το νεώτερο στρώμα συνήθως επαναλαμβάνει το αρχικό.
|