Στην όχθη του Πορταϊκού ποταμού, απέναντι από την κωμόπολη της Πύλης, στον παλαιό οικισμό της Πόρτα-Παναγιάς που ήταν γνωστός στην βυζαντινή εποχή ως "Μεγάλαι Πύλαι", βρίσκεται ο ναός της Πόρτα-Παναγιάς, άλλοτε καθολικό σταυροπηγιακής μονής. Η μονή που ήταν αφιερωμένη στο όνομα της Ακαταμαχήτου Θεοτόκου ιδρύθηκε το 1283 από τον σεβαστοκράτορα Ιωάννη Άγγελο Κομνηνό Δούκα, νόθο γιο του δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ Δούκα και διαλύθηκε στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Το καθολικό που είναι σύγχρονο με την αρχική φάση της μονής, αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, αποτελεί το μοναδικό σωζόμενο κτίσμα της. Το 1843 πέρασε στη δικαιοδοσία της γειτονικής μονής Δουσίκου, ενώ παράλληλα εξακολουθούσε να λειτουργεί ως ενοριακός ναός των κατοίκων του χωριού της Πόρτα-Παναγιάς.
Ο ναός της Πόρτα-Παναγιάς αποτελείται από τον κυρίως ναό και τον μεταγενέστερο εξωνάρθηκα. Ο κυρίως ναός χαρακτηρίζεται ως τρίκλιτη σταυρεπίστεγη βασιλική τύπου Γ1 κατά την τυπολογική κατάταξη του Α. Ορλάνδου. Τα κλίτη διαιρούνται εσωτερικά με κιονοστοιχίες. Η τοποθέτηση των στεγών των επιμέρους τμημάτων του ναού σε διαφορετικά ύψη δίνει στο μνημείο μια μοναδική πλαστικότητα. Οι εξωτερικοί τοίχοι μέχρι το ύψος των 2 μ. από την ευθυντηρία είναι κατασκευασμένοι από μεγάλους φαιούς ασβεστόλιθους, μερικοί από τους οποίους σχηματίζουν σταυρούς. Στο υπόλοιπο τμήμα τους δομούνται κατά το πλινθοπερίκλειστο σύστημα. Σποραδικά αντί για μια πλίνθο στους κατακόρυφους αρμούς υπάρχουν επάλληλα οριζόντια τεμάχια. Τα δίλοβα ή τρίλοβα παράθυρα περιβάλλονται από τοξωτά πλαίσια που φτάνουν ως την ποδιά τους και περιγράφονται από οδοντωτές ταινίες. Τα τύμπανα των παραθύρων κοσμούνται με κεραμοπλαστικό διάκοσμο που συνίσταται σε επάλληλες ορθές γωνίες και ενίοτε οριζόντιες οδοντωτές ταινίες ή ομόλογες καμπύλες. Οι εξωτερικοί τοίχοι διασπώνται επίσης από κεραμοπλαστικό διάκοσμο, οδοντωτές ταινίες κάτω από τα πώρινα γείσα, μαιάνδρους, σταυρούς κ.λ.π. Ο εξωνάρθηκας, ο οποίος προστέθηκε στο τέλος του 14ου αι. έχει σχήμα σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού με τρούλο.
Το μεγαλύτερο μέρος του γλυπτού διακόσμου του ναού καταστράφηκε κατά την πυρκαγιά του 1855. Το μαρμάρινο τέμπλο είναι το αρχικό με ορισμένες αναπροσαρμογές που οφείλονται στην αποκατάσταση του Α. Ορλάνδου. Τα κιονόκρανα που επιστέφουν τους κιονίσκους, καθώς και το επιστύλιο, κοσμούνται με ανάγλυφο επιπεδόγλυφο διάκοσμο που φέρει υπολείμματα κηρομαστίχης. Στους δυο ανατολικούς πεσσούς είναι προσαρμοσμένες, σε θέση αντίστροφη της ορθόδοξης διάταξης, ολόσωμες ψηφιδωτές εικόνες του Χριστού και της Θεοτόκου Βρεφοκρατούσας.
|