ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
 
 
Το Σπήλαιο Καλαμάκια βρίσκεται στη δυτική ακτή της χερσονήσου της Μάνης στη Λακωνία, 2,5 χλμ. βορειοδυτικά της Αρεόπολης. Η είσοδός του ανοίγεται προς τα βορειοδυτικά, σε απόσταση 10 μ. από την ακτή και υψόμετρο 2,30 μ. πάνω από τη σημερινή στάθμη της θάλασσας, στη βάση ενός κατακόρυφου γκρεμού ύψους 25 μ. Έχει τη μορφή στενής και χαμηλής σήραγγας, βάθους 20 μ., ενώ το στόμιό του έχει πλάτος 7 μ. και ύψος 8 μ. Διασώζει επίχωση πάχους 7 μ. και πλέον, η οποία αποτέθηκε κατά την περίοδο πριν από 130-20 χιλιάδες χρόνια. Από το συνολικό πάχος της, 4 μ. και πλέον αντιπροσωπεύουν τα αρχαιολογικά στρώματα, τα οποία περιέχουν πυκνά κατάλοιπα από τη δραστηριότητα του ανθρώπου.

Η ανασκαφή του, που διενεργήθηκε από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας και τη Γαλλική Σχολή Αθηνών (1993-2006), έδειξε ότι το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε στη Μέση Παλαιολιθική περίοδο, και πιο συγκεκριμένα πριν από 100-40 χιλιάδες χρόνια, και έφερε στο φως άφθονα στοιχεία για την περίοδο αυτή. Πιο συγκεκριμένα, το σπήλαιο κατοικούνταν περιοδικά από νεαντερτάλιους κυνηγούς και τροφοσυλλέκτες. Τις περισσότερες φορές χρησίμευε για σύντομη παραμονή και σπανιότερα ως τόπος εγκαταστάσεων μεγαλύτερης διάρκειας. Συνολικά η ανασκαφή έφερε στο φως πολυάριθμα οστά ζώων, που αντιπροσωπεύουν 17 είδη μεγάλων θηλαστικών και 60 είδη μικρών σπονδυλωτών (τρωκτικά, πτηνά, ερπετά κλπ.). Από τη μελέτη των οστών ξέρουμε ότι οι ένοικοι του σπηλαίου κυνηγούσαν συστηματικά πλατόνια και αιγάγρους, πιο σπάνια κάπρους και περιστασιακά άλλα μεγάλα θηλαστικά (ελάφια, ζαρκάδια, άγρια βόδια, αλλά και ρινόκερους). Κατά καιρούς, μάλιστα, είχαν ως κύρια πηγή τροφής τις χελώνες, τα χέλυα των οποίων πιθανόν να χρησιμοποιούσαν στη συνέχεια ως δοχεία. Επίσης από τη μελέτη της πανίδας και τις παλυνολογικές αναλύσεις προκύπτει ότι εκείνη την εποχή, που αντιστοιχεί με το πρώτο μισό της τελευταίας παγετώδους περιόδου, το κλίμα της Μάνης παρέμενε ήπιο, προφανώς χάρη στη νότια γεωγραφική θέση της και στην άμεση γειτνίαση με τη θάλασσα. Όλη σχεδόν η χερσόνησος είχε σημαντική φυτική κάλυψη, κατά βάση θαμνώδη, ενώ κατά τόπους και κατά περιόδους αναπτυσσόταν μεσογειακό δάσος.

Εκτός όλων των άλλων, η ανασκαφή έφερε στο φως και 14 κατάλοιπα από ανθρώπους του Νεάντερταλ. Πρόκειται για έναν σπόνδυλο, ένα θραύσμα κρανίου, τμήμα περόνης, οστό καρπού και 10 δόντια. Τα λίθινα εργαλεία ανήκουν σε χαρακτηριστικές για τη Μέση Παλαιολιθική λιθοτεχνίες (μουστέριες), οι οποίες διακρίνονται από την εντατική παραγωγή κοφτερών φολίδων (μέθοδος Λεβαλλουά). Συχνότερα εργαλεία είναι τα ξέστρα και οι αιχμές, ενώ δεν απουσιάζουν και οι άλλοι συνηθισμένοι τύποι εργαλείων αυτής της περιόδου.
Συντάκτης
Ανδρέας Ντάρλας, αρχαιολόγος