Στο δυτικό βραχίονα του αρχαίου λιμανιού του Λεχαίου σώζονται τα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής μεγάλων διαστάσεων αφιερωμένη στον μάρτυρα Λεωνίδη και στις 7 γυναίκες που μαρτύρησαν μαζί του, γνωστή ως ¨βασιλική Λεχαίου¨.
Η θεμελίωση του κυρίως ναού έγινε στους χρόνους του αυτοκράτορα Μαρκιανού (450-457 μ.Χ.) ή στα πρώτα χρόνια του διαδόχου του Λέοντα Α' (457-474 μ.Χ.) και ολοκληρώθηκε επί Ιουστίνου Α' (518-527 μ.Χ.). Δυστυχώς η αίγλη και το μεγαλείο που γνώρισε αυτό το επιβλητικό μνημείο δεν κράτησε πολύ καθώς το 551/552 μ.Χ. φοβερός σεισμός που έπληξε την περιοχή το κατέστρεψε ολοσχερώς.
Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική διαστάσεων 91 x 27μ. αποτελούμενη από εξέχον εγκάρσιο πενταμερές κλίτος, δύο γωνιαία διαμερίσματα δυτικά των ακραίων κλιτών του, ημικυκλική αψίδα, πενταμερή νάρθηκα και δύο αίθρια.
Εξωτερικά το μήκος του συγκροτήματος της βασιλικής ήταν 220μ. και το πλάτος 59,29μ.
Πριν από την είσοδο στον κυρίως ναό υπήρχαν δύο αίθρια, ένα ορθογώνιο και ένα ημικυκλικό που περιβάλλονταν από στοά. Στο κέντρο του ημικυκλικού αίθριου υπήρχε φιάλη με μία ή περισσότερες κρήνες όπου οι πιστοί έπρεπε να πλυθούν πριν την είσοδό τους στον ναό. Η είσοδος στο νάρθηκα στο χώρο όπου προσεύχονταν οι κατηχούμενοι γινόταν από δύο θύρες. Ο νάρθηκας επικοινωνούσε με τον κυρίως ναό μέσω τριών ανοιγμάτων. Ο κυρίως ναός ήταν χωρισμένος σε τρία κλίτη με δύο κιονοστοιχίες που η καθεμία είχε 23 κίονες. Στο μέσο του κεντρικού κλίτους υπήρχε ο άμβωνας που ήταν οκταγωνικός με δύο κλίμακες εκατέρωθεν. Στο ανατολικό τμήμα του ναού, στο ιερό βήμα αποκαλύφθηκε το σύνθρονο και τα βάθρα από τις θέσεις των κληρικών περιμετρικά της Αγίας Τράπεζας η οποία καλυπτόταν με κιβώριο. Από το τέμπλο σώζονται τμήματα του στυλοβάτη του που εκτεινόταν σχεδόν σε όλο το πλάτος του μεσαίου κλίτους. Από το μέσον περίπου του τέμπλου ξεκινούσε η σολέα, επιμήκης διάδρομος, οριζόμενος από δύο παράλληλες σειρές μαρμάρινων στυλοβατών που έφεραν πεσσίσκους οι οποίοι συγκρατούσαν θωράκια. Η σολέα κατέληγε στον άμβωνα του μεσαίου κλίτους. Στη Β.Δ. γωνία της βασιλικής βρίσκεται το τριμερές βαπτιστήριο, ανεξάρτητο συγκρότημα που αποτελείται από προαύλιο οίκο, τετράκογχο αποδυτήριο και οκτάγωνο φωτιστήριο με δύο κτιστές κολυμβήθρες, η μια αβαθής για μεγάλους (βάπτισμα με ραντισμό) και η άλλη βαθιά για παιδιά (βάπτισμα με εμποτισμό). Το συγκρότημα που το χαρακτηρίζει αρχιτεκτονική αυτοτέλεια είναι παλαιότερο της βασιλικής. Η αρχική χρήση του ήταν πιθανότατα μαρτύριο ή μαυσωλείο.
Η βασιλική ήταν κτισμένη με επιμέλεια και η τοιχοποιία της συνίσταται από αργολιθοδομή και εναλλασσόμενες ζώνες οπτοπλίνθων. Χαρακτηριστικά είναι τα διακοσμητικά μυστρίσματα στους αρμούς. Η στέγη στο μεσαίο κλίτος πρέπει να ήταν δίρριχτη, στα πλαϊνά κλίτη μονόρριχτη, ενώ το κεντρικό τμήμα του Ιερού Βήματος θα στεγαζόταν με τετράκλινη στέγη.
Τα δάπεδα της βασιλικής ήταν στρωμένα με μαρμάρινες λευκές πλάκες. Τα μαρμαροθετήματα των πλαϊνών κλιτών και οι κίονες παρουσιάζουν ποικιλία χρωμάτων ( λευκό, πορφυρό, γκρί, πράσινο ).
Πλούσιος και εξαιρετικής τέχνης ήταν ο γλυπτός διάκοσμος του ναού. Πλήθος αρχιτεκτονικών μελών υπάρχουν διάσπαρτα στο χώρο του μνημείου ενώ άλλα βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αρχαίας Κορίνθου. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κορινθιακά κιονόκρανα, τα ιωνικά με επίθημα, τα θεοδοσιανά με την ιδιαίτερα επιμελημένη εργασία, τα επιθήματα, τα γείσα και τα περιθυρώματα με τον πλούσιο διάκοσμο. Βρέθηκαν επίσης κίονες, αμφικιονίσκοι, θωράκια, βάσεις κιόνων κ.λ.π.
Ιστορική πηγή για τον μάρτυρα Λεωνίδη περιέχεται στο μηνολόγιο του Πατμιακού Κώδικα 254 φ, 144 κ.ε. (10ος - 11ος αιώνας).
Η ύπαρξη του μεγαλοπρεπούς αυτού εκκλησιαστικού αρχιτεκτονήματος στο χώρο του αρχαίου λιμανιού εντάσσεται μέσα σε ένα γενικότερο κλίμα οικονομικής ευμάρειας, που βοήθησε στην ανάπτυξη μιας κορινθιακής αρχιτεκτονικής σχολής με υψηλούς καλλιτεχνικούς στόχους.
|