ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΦΩΤΟΘΗΚΗ
 
 
© ΥΠ.ΠΟ.Α.
Αρχαιολογικός χώρος Μακεδονικού Τάφου Μακρίδη Μπέη. Άποψη του στεγάστρου προστασίας από Ν.
Η ανασκαφική έρευνα



Ο μακεδονικός τάφος του Μακρίδη Μπέη, βρίσκεται στο ανατολικό όριο του νεκροταφείου του Δερβενίου του νομού Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για ένα οικοδόμημα μνημειακών διαστάσεων, αποτελούμενο από θάλαμο και προθάλαμο το οποίο κατασκευάσθηκε στο τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα, για την ταφή ενός μόνο νεκρού. Το μνημείο ήρθε στο φως το1910, από τον Οθωμανό, Έλληνα αρχαιολόγο Θεόδωρο Μακρίδη, και ήταν συλημένο. Η έρευνα της περιόδου εκείνης, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν το 1911, αφορούσε την αποκάλυψη και την τεκμηρίωση του μνημείου. Όπως αναφέρει ο Μακρίδης η κατάσταση διατήρησης του κτίσματος ήταν πολύ κακή και η πρόσοψη του είχε καταρρεύσει κατά την αρχαιότητα.Τα λίγα κινητά ευρήματα που βρέθηκαν κατά την ανασκαφή και η μαρμάρινη πόρτα του θαλάμου μεταφέρθηκαν από τον ανασκαφέα στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης

Η αρχαιολογική έρευνα επαναλήφθηκε τη δεκαετία του ΄90, από την αρχαιολογική Υπηρεσία (υπεύθυνη ανασκαφής Κ. Τζαναβάρη, αρχαιολόγος).Την περίοδο αυτή αποκαλύφτηκε τμήμα του αρχαίου δρόμου σε μήκος 4.60μ. από την πρόσοψη του τάφου και σε βάθος 6μ.από την εξωράχιο της καμάρας του προθαλάμου. Κατά τη διάρκεια των εργασιών ανασύρθηκαν από τα χώματα αρχιτεκτονικά μέλη και λιθόπλινθοι από τους κατεστραμμένους τοίχους του κτίσματος. Μετά το πέρας της ανασκαφής και τη λήψη υποτυπωδών μέτρων προστασίας που αφορούσαν στην τοποθέτηση προσωρινού στεγάστρου και στην υποστύλωση της καμάρας του προθαλάμου, οι εργασίες διακόπηκαν για να επαναληφθούν εκ νέου το 2012 με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ 2007-2013(Προϋπολογισμός έργου 1.185.000.000 ?) Οι εργασίες υλοποιήθηκαν με αυτεπιστασία και ολοκληρώθηκαν το 2015 από την Εφορεία Περιφέρειας Θεσσαλονίκης. Το φυσικό αντικείμενο του έργου αφορούσε την προστασία του ταφικού συνόλου(τάφος-αρχαίος δρόμος) και του κατακόρυφου ανασκαφικού πρανούς του τύμβου από τα όμβρια, τη δομική αποκατάσταση της καμάρας του προθαλάμου, την αναστήλωση των κατεστραμμένων όψεων, τη συντήρηση των τοιχογραφιών και την ανάδειξη του μνημείου, καθώς και την ολοκλήρωση της ανασκαφής του αρχαίου δρόμου(υπεύθυνη ανασκαφής Σ. Πρωτοψάλτη, αρχαιολόγος).



Γενική περιγραφή του κτίσματος



Ο τάφος ήταν έκκεντρα τοποθετημένος στη δυτική πλευρά του τύμβου. Ανήκει στον τύπο του διθάλαμου μακεδονικού τάφου και η πρόσοψη του είναι ιωνικού ρυθμού. Ο προθάλαμος και ο θάλαμος έχουν διαφορετικές διαστάσεις και καλύπτονται με καμάρες. Το κτίσμα είναι κατασκευασμένο από καστανόχρωμο κρυσταλλώδη ασβεστόλιθο, που πιθανόν προέρχεται από το σχηματισμό του ασβεστιτικού φλύσχη που εντοπίσθηκε στην περιοχή ανατολικά του τύμβου. Το οικοδόμημα είναι θεμελιωμένο σε σταθερό υπέδαφος, καθώς τα στρώματα που επικρατούν στην περιοχή, σύμφωνα με το γεωλογικό χάρτη, είναι συνήθως στιφρά ? σκληρά αργιλομαργαικής σύστασης.



Ο θάλαμος



Ο θάλαμος έχει διαστάσεις 4,07Χ5,08μ. και καλύπτεται με καμάρα, η διατομή της οποίας, στην αρχική και μη παραμορφωμένη μορφή του μνημείου, δεν ήταν πλήρες ημικύκλιο. Οι τοίχοι του θαλάμου, που ήταν επιχρισμένοι με λευκό κονίαμα, έχουν ύψος 3,35μ. και είναι κτισμένοι με λιθόπλινθους, μήκους 1,00μ. περίπου, και πάχους 0,60-0,65μ. τοποθετημένους σε εννέα δόμους (στρώσεις), που το ύψος τους κυμαίνεται από 0,35μ. έως 0,40μ. Η ένατη στρώση, όπου εδράζεται η καμάρα του θαλάμου, έχει ύψος 0,40μ. και προεξέχει από την υποκείμενη 2,5εκ. περίπου. Στον εγκάρσιο τοίχο(μεσότοιχο), μεταξύ θαλάμου και προθαλάμου υπάρχει θυραίο τραπεζιόσχημο άνοιγμα ύψους 3,00μ., με μαρμάρινο πλαίσιο δωρικού τύπου. Πάνω από το υπέρθυρο, στον δέκατο δόμο, υπήρχε λιθόπλινθος μήκους 3,10μ.πλάτους 0,60μ. και ύψους 0.40μ. η οποία λειτουργούσε ως δοκός για την ανακούφιση του υπέρθυρου(δεν σώζεται ακέραια). Ο τοίχος έχει 17 δόμους ενώ το τύμπανο του τόξου που σχηματιζόταν στο άνω τμήμα του ήταν κατασκευασμένο με έξι ανισουψείς δόμους οι οποίοι εκτείνονταν και έξω από την περίμετρο των καμαρών. Οι επιμήκεις τοίχοι πλέκονταν ατελώς με τον μεσότοιχο ενώ στο ύψος των καμαρών του θαλάμου και του προθαλάμου οι λιθόπλινθοι του τυμπάνου είχαν εσοχή μικρού πλάτους, εντός της οποίας εδράζονταν οι θολίτες. Το πάχος του μεσότοιχου μέχρι την γένεση των καμαρών ήταν 60cm, ενώ το πάχος των λιθοπλίνθων του τυμπάνου κυμαινότανε από 35εκ έως 48εκ., με τους λεπτότερους λιθοπλίνθους να βρίσκονται στις θέσεις έδρασης των θολιτών. Κατά την ανασκαφή του μνημείου το 1910 ο τοίχος βρέθηκε ακέραιος, παρά τις εκτεταμένες βλάβες που υπήρχαν στο άνω τμήμα του ενώ κατά τη δεύτερη ανασκαφική περίοδο (δεκαετία ?90) το κεντρικό τμήμα του τύμπανου είχε καταρρεύσει. Κατά χώρα διατηρήθηκαν ο βόρειος ορθοστάτης, το βόρειο άκρο του υπέρθυρου, το κατώφλι, τα άκρα της υπερκείμενης δοκού και περιορισμένος αριθμός λιθοπλίνθων. Το κατώφλι, είναι μαρμάρινο, μονολιθικό, διαμορφωμένο σε δύο επίπεδα και στη δυτική όψη φέρει κυμάτιο. Η θύρα του θαλάμου - σήμερα βρίσκεται στο αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης - ήταν μαρμάρινη δίφυλλη. Στην κάτω πλευρά των θυρόφυλλων και κοντά στο σημείο επαφής τους, ήταν τοποθετημένοι δύο χάλκινοι τροχίσκοι οι οποίοι, όταν τα φύλλα ανοιγόκλειναν, κυλούσαν πάνω σε δύο οδηγούς, δηλαδή σε δύο τεταρτοκυκλικές μεταλλικές ράγες, τοποθετημένες πάνω στο κατώφλι και σε δύο λίθους, που ήταν τοποθετημένοι μπροστά από αυτό. Το δάπεδο του θαλάμου είναι κατασκευασμένο με λιθοπλίνθους, ύψους 0,27, διαφόρων διαστάσεων οι οποίοι εδράζονται στο έδαφος και είναι επιχρισμένοι.



Η σαρκοφάγος



Στην ανατολική πλευρά του θαλάμου υπάρχει μαρμάρινη ταφική κατασκευή, ύψους 1,32μ. που εδράζεται στο δάπεδο του. Η όψη της αποτελείται από δύο μαρμάρινες πλάκες διαστάσεων 2,72Χ1,32Χ0,167μ. και 1,23Χ1,32Χ0,19μ. που συνδέονται με μεταλλικό σύνδεσμο. Στο εσωτερικό της κατασκευής σχηματίζονται δύο ανισομεγέθεις χώροι ? σαρκοφάγος, και θήκη - οι οποίοι διαχωρίζονται με μαρμάρινη πλάκα μήκους 1,33μ. και πάχους 0,20μ. Ο βόρειος χώρος (σαρκοφάγος) έχει σχήμα παραλληλεπιπέδου και ο νότιος (θήκη) σχεδόν τετράγωνη κάτοψη, πλευράς 1,02-0,99μ..Κάτω από το δάπεδο της σαρκοφάγου υπάρχει κιβωτιόσχημος τάφος κατασκευασμένος από πωρόλιθους επιχρισμένους με κονίαμα. Μέσα στον τάφο ήταν τοποθετημένη ξύλινη λάρνακα κατασκευασμένη από ξύλο βελανιδιάς. Ο τάφος καλύπτονταν με πλάκες από πωρόλιθο οι οποίες αποτελούσαν το δάπεδο της σαρκοφάγου, η οποία αντίστοιχα στο άνω τμήμα της έφερε τρεις μαρμάρινες πλάκες πάχους 16εκ., ενώ μία μαρμάρινη πλάκα κάλυπτε τη θήκη. Οι πλάκες της σαρκοφάγου έφεραν χαραγμένα τα γράμματα Α, Β, Γ, τα οποία χρησίμευαν για την εν σειρά, τοποθέτηση τους κατά χώρα. Κάτω από τις μαρμάρινες πλάκες υπήρχε δεύτερο κάλυμμα κατασκευασμένο με σανίδες από ξύλο κυπαρισσιού. Για την στήριξη των σανίδων οι επιμήκεις πλάκες της σαρκοφάγου έφεραν ορθογώνια υποδοχή πλάτους 2,5εκ.



Ο προθάλαμος



Ο προθάλαμος έχει διαστάσεις 5,40Χ2,60μ.Οι πλευρικοί τοίχοι, στους οποίους εδράζεται η καμάρα, αποτελούνται από δέκα δόμους ύψους 0,33-0,55μ.Το δάπεδο του προθαλάμου διατηρείται ακέραιο και αποτελείται από λίθους διαφόρων μεγεθών οι οποίοι ήταν επιχρισμένοι. Η πρόσοψη του τάφου η οποία είχε καταρρεύσει κατά την αρχαιότητα, είχε αρχιτεκτονική διαμόρφωση ιωνικού ρυθμού. Στο κέντρο του τοίχου, εκατέρωθεν της εισόδου στον προθάλαμο, υπήρχαν δύο ημικίονες και στα άκρα δύο τεταρτοκίονες συμφυείς με παραστάδες, που στήριζαν θριγκό και αέτωμα. Ο θριγκός αποτελούνταν από τριταινιωτό κλιμακωτό επιστύλιο, κυμάτιο, διάζωμα και οριζόντιο γείσο με συνεχή οριζόντια σειρά οδόντων. Οι βάσεις των ημικιόνων είναι αττικού τύπου με συμφυή πλίνθο, και εδράζονται σε διβαθμιδωτή κρηπίδα. Οι σφόνδυλοι των τεταρτοκιόνων και των ημικιόνων ήταν συμφυείς με τις λιθοπλίνθους της πρόσοψης. Οι σφόνδυλοι έχουν ύψος 0,12μ.,διάμετρο 44εκ. και φέρουν έντεκα ραβδώσεις, πλάτους 4,4εκ. με κοίλη τομή, καθώς και δώδεκα κατακόρυφες ταινίες πλάτους 1,4εκ.Οι σφόνδυλοι συνδέονται με τους ισοϋψείς προς αυτούς λιθοπλίνθους με μεταλλικούς συνδέσμους. Τα κιονόκρανα (σώζεται ένα ακέραιο) αποτελούνται από αστράγαλο, εχίνο και άβακα. Οι ημικίονες ήταν επιχρισμένοι με λευκό κονίαμα το οποίο διατηρείται μέχρι σήμερα. Οι λιθοπλίνθοι που φέρουν τους τεταρτοκίονες δεν συνδέονται με τους όμορους δόμους με αποτέλεσμα από τον δεύτερο μέχρι τον όγδοο δόμο να υπάρχει κατακόρυφος κατασκευαστικός αρμός.Στη στάθμη αυτή, όπου εδραζόταν το επιστύλιο, υπήρχαν στους πλευρικούς τοίχους εγκοπές, ενδεχομένως για την πλοκή τους με τον τοίχο της πρόσοψης Η άνω πλευρά του τοίχου που ήταν χρωματισμένος ήταν. καμπυλωμένη.Το τύμπανο του αετώματος είχε έντονο κίτρινο χρώμα πλαισιωμένο με μενεξεδί, ενώ τα κιονόκρανα, το επιστύλιο και το γείσο έφεραν κόκκινο και μπλε χρώμα. . Η θύρα της εισόδου ήταν κατασκευασμένη από ξύλο και προστατεύονταν εξωτερικά από τις ωθήσεις των χωμάτων του τύμβου με λιθοπλίνθους που σφράγιζαν το άνοιγμα. Το τελευταίο παρουσίαζε μείωση στο άνω τμήμα του.



Ο αρχαίος δρόμος

Ο δρόμος που οδηγούσε στο ταφικό οικοδόμημα είχε μήκος 14,70μ., κλίση14,4% και στο δυτικό τμήμα του έφερε αναβαθμούς. Το πλάτος του στην αφετηρία ήταν 3,50μ., ενώ στην απόληξη, στην πρόσοψη του τάφου, ήταν 3,05μ. Οι τοίχοι του δρόμου, ύψους 2.00μ., ήταν κατασκευασμένοι από ωμές πλίνθους και επιχρισμένοι με πηλοκονίαμα. Το δάπεδο του δρόμου ήταν στρωμένο με πηλόχωμα και χαλίκι.

Ο τύμβος

Το κτίσμα ήταν επιχωμένο με τύμβο διαμέτρου τουλάχιστον 75μ.,ύψους 19μ. και κλίση πρανών υ:β=1:2 περίπου. Ο τύμβος σήμερα δεν σώζεται ακέραιος, καθώς κατά τη νεότερη ανασκαφική έρευνα (1993, 1995-1996) αφαιρέθηκε τμήμα της αρχαίας επίχωσης. Από την εδαφοτεχνική έρευνα που διεξήχθη στον τύμβο, το1996, διαπιστώθηκε ότι είναι κατασκευασμένος με τεχνητή επίχωση η οποία υλοποιήθηκε με οριζόντια διάστρωση - συμπύκνωση επάλληλων στρωμάτων, πάχους μέχρι 50εκ. το μέγιστο, που αποτελούνται από εδαφικά υλικά διαφορετικής σύστασης. Ειδικότερα έχουν χρησιμοποιηθεί κυρίως στρώσεις ιλυώδους - αργιλώδους άμμου έως αμμοχάλικου και ενδιάμεσα πιο λεπτές αργιλώδεις στρώσεις. Όλα τα υλικά της επίχωσης προέρχονται από τη γύρω περιοχή.



Η αποκατάσταση και η αναστήλωση του μνημείου



Οι εργασίες, είχαν ως στόχο τη διασφάλιση της υλικής υπόστασης του κτίσματος, και την απόδοση του στο κοινό ως εξαιρετικό παράδειγμα της αρχιτεκτονικής των μακεδονικών τάφων και ως τοπόσημο του νεκροταφείο του Δερβενίου. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη του στόχου αυτού ήταν η αποκατάσταση της χαμένης, κατά την αρχαιότητα, αρχικής μορφής του κτίσματος η οποία όπως διαπιστώθηκε από τη μελέτη του προερχόμενου από το κτίσμα διάσπαρτου υλικού(λιθόπλινθοι, αρχιτεκτονικά μέλη) μπορούσε να ανασυσταθεί σε μεγάλο βαθμό χωρίς να αλλοιωθεί η αυθεντικότητα της. Στο πλαίσιο αυτό αποφασίστηκε η αναστήλωση του μερικώς κατεστραμμένου ανατολικού τοίχου του προθαλάμου και κυρίως η αναστήλωσης της πρόσοψης του κτίσματος.

Η θεωρητική προσέγγιση της επέμβασης και στις δύο περιπτώσεις είναι η ίδια η υλοποίηση της όμως διαφέρει όσον αφορά στην έκταση και στην επιλογή των υλικών για την ανακατασκευή των καταστραμμένων λιθοπλίνθων και αρχιτεκτονικών μελών(τεχνητός λίθος ή πωρόλιθος). Η μεθοδολογία της επέμβασης εξαρτήθηκε από τη κατάσταση διατήρησης του κάθε τοίχου ενώ και στις δύο περιπτώσεις η δομική ενίσχυση, όπου ήταν απαραίτητη, αφορούσε επεμβάσεις σε λιθοπλίνθους κατασκευασμένους από νέο υλικό. Οι επεμβάσεις υλοποιήθηκαν σύμφωνα με τις διεθνείς αρχές της αποκατάστασης των μνημείων και τις βασικές επιλογές που καθορίστηκαν από τη μελέτη. Αυτές ήταν: η προστασία του ταφικού συνόλου(τάφος, αρχαίος δρόμος) και των γαιών που τον περιβάλλουν, από τα όμβρια, με την τοποθέτηση στεγάστρων, η στερέωση της καμάρας του προθαλάμου στη σημερινή παραμορφωμένη μορφή, ώστε να αποφευχθεί η αποσυναρμολόγηση της, ο σεβασμός του αρχικού συστήματος δόμησης του τάφου, και ο περιορισμός των επεμβάσεων στις απολύτως αναγκαίες.
Συντάκτης
Φανή Αθανασίου, Βενετία Μάλαμα, Μάρια Μίζα.Μαρία Σαραντίδου