Η βυζαντινή οχύρωση της Ρόδου (7ος ? 13ος αι.) χώριζε την πόλη σε τρία μέρη: την ακρόπολη (αργότερα Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου), το Κολλάκιο (άνω πόλη) και το μπούργκο (κάτω πόλη). Μπροστά από το κυρίως τείχος με τους πύργους του υπήρχε προτείχισμα και τάφρος. Τμήματα αυτής της οχύρωσης σώζονται σήμερα ενσωματωμένα σε μεταγενέστερα κτίσματα, κυρίως στην περιοχή του Κολλάκιου. Κατά την Ιπποτοκρατία (1309-1522) η πόλη επεκτάθηκε και τα ιπποτικά τείχη περικλείουν έκταση κατά τα δύο πέμπτα περίπου μεγαλύτερη απ? ότι τα βυζαντινά.
Στα τείχη της Ρόδου αποτυπώνεται η εξέλιξη της οχυρωματικής, συνέπεια σημαντικών αλλαγών στην πολιορκητική τέχνη. Το βασικό στοιχείο στις αλλαγές αυτές ήταν η συνεχώς διευρυνόμενη χρήση της πυρίτιδας. Στα μέσα του 15ου αιώνα ο ρόλος του κανονιού ήταν ήδη καθοριστικός ενώ το μπαρούτι έκανε ιδιαίτερα αποτελεσματική την υπονόμευση των οχυρών. Οι Ιωαννίτες Ιππότες προσπάθησαν με διαδοχικές μετατροπές να πετύχουν την αλληλοκάλυψη των αμυντικών στοιχείων, τη στερεότητα και την ενίσχυση του αμυντικού πυρός. Οι καινοτομίες σεβάστηκαν όσο ήταν δυνατόν τις προτεραιότητες παλαιότερων εποχών όπως τη δυνατότητα της απομόνωσης προωθημένων στοιχείων, τη διοχέτευση της επίθεσης σε παγίδες και την ενίσχυση των εισόδων στην πόλη. Η προσαρμογή της οχύρωσης έγινε σταδιακά και με περιορισμένα οικονομικά μέσα, υπό τη συνεχή απειλή εχθρικής επίθεσης. Έτσι, τα μέρη των τειχών που δεν κινδύνευαν άμεσα διατήρησαν την καθαρά μεσαιωνική μορφή τους. Αμιγώς μεσαιωνικούς τομείς αποτελούν τα βόρεια και τα θαλασσινά τείχη, που προστατεύονταν από τους πύργους των μώλων και το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου.
Ως το 1430 περίπου, τα ιπποτικά τείχη πλαγιοκαλύπτονταν από ανεξάρτητους τετράγωνους πύργους, ανοιχτούς στο πίσω μέρος. Η βάση τους προστατευόταν από προτείχισμα και στεγνή τάφρο. Υπήρχαν τουλάχιστον επτά πύλες. Η είσοδος του λιμανιού προστατευόταν από τον πανύψηλο πύργο του Naillac. Μετά την αποτυχημένη πολιορκία της Ρόδου από τους Μαμελούκους της Αιγύπτου το 1444, χτίστηκαν οι πρώτοι κυλινδρικοί πύργοι. Οι μεγάλοι μάγιστροι Milly (1454-61) και Zacosta (1461-7) ενίσχυσαν συστηματικά τους πύργους και τις χερσαίες πύλες ενώ ο Orsini (1467-76) βελτίωσε την τάφρο και τα θαλασσινά τείχη. Ο διάδοχός του Pierre d?Aubusson (1476-1503) απέκρουσε τη μεγάλη πολιορκία του 1480 και, στη συνέχεια, μείωσε τις χερσαίες πύλες σε τέσσερις, τις οποίες ενίσχυσε, έχτισε ογκώδη οχυρά μπροστά από τους πιο ευάλωτους τομείς των τειχών και διεύρυνε την τάφρο. Αργότερα, οι Ιωαννίτες σφράγισαν μία ακόμη χερσαία πύλη και ενίσχυσαν τη δυτική πλευρά του Παλατιού (πύλη Amboise). Ο μεγάλος μάγιστρος Carretto (1513-21) αύξησε εντυπωσιακά το πάχος του τείχους, προσθέτοντας στην εσωτερική του όψη αναχώματα με ισχυρούς αναλημματικούς τοίχους. Έτσι τα δυτικά και τα νότια τείχη μεταμορφώθηκαν σε μία συνεχή πλατφόρμα για κανόνια που μπορούσαν να αναχαιτίσουν τις μαζικές επιθέσεις του εχθρού.
Η εξάμηνη πολιορκία του 1522 που οδήγησε στην παράδοση της Ρόδου στους Οθωμανούς Τούρκους και την αναχώρηση των Ιωαννιτών προκάλεσε αρκετές ζημιές στα τείχη, κυρίως στα μέτωπα των οχυρώσεων και σε αδύνατα στοιχεία όπως επάλξεις και προτειχίσματα. Mετά την κατάληψη της πόλης, οι Τούρκοι έκαναν αρκετές επισκευές αλλά δεν τροποποίησαν τα αμυντικά στοιχεία των οχυρώσεων.
|