Από την αρχή του Μεσαίωνα, πιθανόν εγκαταλείφθηκαν οι αρχαίες πόλεις του νησιού Πάνορμος και Σελινούς και μόνον η Πεπάρηθος επιβίωσε στην ίδια θέση με το όνομα Σκόπελος.
Το τείχος της αρχαίας Πεπαρήθου αποτέλεσε τη βάση του βυζαντινού και ενετικού τείχους της Σκοπέλου. Ήταν κατασκευασμένο από ασβεστολιθικούς δόμους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν πιθανόν από τα γειτονικά αποθέματα ασβεστόλιθου στα βόρεια της πόλης (¶η Γιάννης το Νησί). Το πλάτος του δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια, γιατί αλλοιώθηκε από τις μεταγενέστερες προσθήκες και μετατροπές.
Το βυζαντινό τείχος, μέρος του οποίου σώζεται σήμερα στο βόρειο και ψηλότερο μέρος της πόλης της Σκοπέλου και στα ανατολικά, με εμφανείς πολλές μεταγενέστερες ενετικές προσθήκες, κατασκευάστηκε από αργολιθοδομή και ξυλοδεσιά. Χάρη στην εξαιρετική θέση και το ισχυρό της τείχος, η Σκόπελος κατά τους βυζαντινούς και ενετικούς χρόνους ήταν απόρθητη. Μόνον από έλλειψη νερού μπορούσε να παραδοθεί, όπως συνέβη το 1276 στην πολιορκία από τον ιππότη Licario.
Το 1260 η Σκόπελος αναφέρεται σε επίσημο κατάλογο φρουρίων του Seceolo ως έδρα ενετικής οχύρωσης. Στα τέλη του 13ου αι. η συνεχής απειλή από τους πειρατές επέβαλε την επισκευή του παλαιού βυζαντινού κάστρου της Σκοπέλου. Το ενετικό κάστρο των Αγίων Πάντων βρίσκεται σήμερα στη βόρεια άκρη του λιμανιού της πόλης, στο βράχο όπου εντοπίστηκαντα ερείπια της αρχαίας Πεπαρήθου. Η θέση ήταν στρατηγικής σημασίας, γιατί εξασφάλιζε άμεση πρόσβαση στο βουνό από όπου μπορούσαν οι υπερασπιστές να συνεχίσουν την άμυνά τους σε περίπτωση ανάγκης. Το ενετικό τείχος, πάχους 0,80μ., ήταν κατασκευασμένο από αργολιθοδομή και θεμελιωμένο πάνω στα αρχαία ερείπια και το βυζαντινό τείχος, ενώ είχε δύο περιβόλους και τετράγωνους πύργους που προστάτευαν την πύλη. Στην ανατολική πλευρά σώζονται και οι πολεμίστρες του. Ένα άλλο τείχος κατέβαινε κάθετα από το κάστρο ως τη θάλασσα για να προστατεύσει τον οικιστικό πυρήνα.
Βιβλιογραφία: Σάμψων Αδαμάντιος, Σκόπελος. Ιστορική και Αρχαιολογική αφήγηση, Δήμος Σκοπέλου και Λαογραφικό Μουσείο, 2000.
|