Ο αρχικός ναός ήταν μονόχωρος, ξυλόστεγος με ημιεξαγωνική κόγχη στο ιερό. Στις αρχές του 18ου αι., κατά μήκος της βόρειας, δυτικής και νότιας στοάς κατασκευάστηκε κλειστό περίστωο, το οποίο κατεδαφίστηκε στον 20ο αι.
Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, ο ναός άρχισε να κτίζεται από το Ξένο Ψαλιδά και ολοκληρώθηκε μετά το θάνατό του από τη σύζυγό του Ευφροσύνη. Η κατοχή της μονής του Σωτήρος Χριστού παραχωρείται τον Φεβρουάριο του 1314 με χρυσόβουλλο του Ανδρονίκου Β' στον μοναχό Ιγνάτιο Καλόθετο.
Ο ναός αγιογραφήθηκε στο 1314/5 από το Γεώργιο Καλλιέργη. Εσωτερικά χωρίζεται σε τρεις ζώνες. Στην κατώτερη παριστάνονται ολόσωμοι άγιοι, στη μεσαία και στενότερη ζώνη προτομές ευαγγελιστών, προφητών και αγίων, και στην ανώτερη ζώνη εικονογραφούνται σκηνές του Δωδεκαόρτου, πλην της Πεντηκοστής.
Ιδιαίτερη θέση στο εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού έχουν οι παραστάσεις της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού που φιλοξενούνται στα δύο αψιδώματα που διαμορφώνονται στο βόρειο και νότιο τοίχο, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει και η απεικόνιση του μοναχού Ιγνάτιου Καλόθετου που προσκλίνει δεόμενος στον άγιο Αρσένιο.
Ο ναός σώζει επίσης τοιχογραφίες του 1326 και 1355 με παραστάσεις κεκοιμημένων εντοπίων αρχόντων, όπως η Μαρία Συναδηνή που παριστάνεται στο ψευδοαρκοσόλιο της δυτικής πρόσοψης, καθώς και του 1727 στην εξωτερική επιφάνεια του βόρειου τοίχου του αρχικού ναού. Οι τελευταίες παραστάσεις συνοδεύονται από σχετικές αφιερωματικές επιγραφές που μνημονεύουν ονόματα κατοίκων της πόλης.
|