|
|
|
|
|
Εξωτερικές τοιχογραφίες στο δυτικό τοίχο του ναού
|
|
|
Στην είσοδο του Βελβεντού, κοντά στη θέση Φισκίνα, αμέσως μετά το βυζαντινό ναό του Αγίου Μηνά, βρίσκεται ο μεταβυζαντινός ναός του Αγίου Νικολάου. Συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα μνημεία της περιόδου, καθώς στο εσωτερικό του σώζεται το παλαιότερο γνωστό χρονολογημένο τέμπλο της Ελλάδας. Ο ναός μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα λειτουργούσε ως ενοριακός και είχε μοναστηριακό χαρακτήρα. Με τη μορφή που είχε επί τουρκοκρατίας, διατηρήθηκε έως το 1936. Περιλάμβανε τον κυρίως ναό, κλειστό τοιχογραφημένο νάρθηκα, που χρησιμοποιήθηκε και ως «θεραπευτήριο» ψυχασθενών, το χαγιάτι στη νότια πλευρά, δύο κελλιά νοτιοανατολικά, το κοιμητήριο και υψηλό περίβολο. Με την αλλαγή της ρυμοτομίας του χώρου και ύστερα από διάφορες επεμβάσεις, που έγιναν έως τη δεκαετία του 1960, το συγκρότημα έχασε τον αρχικό μοναστηριακό του χαρακτήρα και σήμερα από αυτό διατηρούνται μόνο ο μονόχωρος κυρίως ναός, το χαγιάτι στη νότια πλευρά και ένας σύγχρονος στεγασμένος χώρος στη δυτική πλευρά για την προστασία των τοιχογραφιών, στη θέση του γκρεμισμένου νάρθηκα.
Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, που σώζεται δεξιά της δυτικής θύρας εισόδου, ο ναός ανακαινίσθηκε «εκ βάθρων» και τοιχογραφήθηκε το 1588 από το ζωγράφο Νικόλαο, επί επισκόπου Σερβίων Ιωάσαφ, με δαπάνες του «εντιμωτάτου άρχοντος κυρού Γεωργίου Μουτάφι» και άλλων τοπικών οικογενειών, όταν υπηρετούσαν οι ιερείς παπά-Σταμάτης, παπά-Μανασής και παπά-Στέφανος. Το εικονογραφικό πρόγραμμα του κατάγραφου εσωτερικά ναού διατάσσεται σε τρεις ζώνες. Στην κατώτερη απεικονίζονται ολόσωμοι άγιοι και μάρτυρες, και στις ανώτερες σκηνές από το βίο του Χριστού και της Παναγίας (Δωδεκάορτο, Θαύματα, Πάθη). Στο νότιο τοίχο, κάτω από τις μορφές των αγίων Μηνά, Αναστασίας και Παρασκευής, σώζονται τμήματα προγενέστερης τοιχογράφησης, που χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 14ου αιώνα. Στο χώρο του ιερού ξεχωρίζουν εκατέρωθεν της Πλατυτέρας οι σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη, οι Τρεις Παίδες εν Καμίνω, ο Ιωνάς που εξέρχεται από το κήτος, οι Επτά Παίδες Μακκαβαίοι και δύο επεισόδια από τη Θυσία του Αβραάμ. Στην κατάγραφη, εξωτερική δυτική πλευρά του ναού, σε τέσσερις ζώνες παριστάνονται μεταξύ άλλων το Θαύμα του αγίου Ευσταθίου, ο άγιος Χριστόφορος, η Παναγία Βρεφοκρατούσα, ο Λογχισμός του αγίου Δημητρίου στο υπέρθυρο, η παράσταση του Αββά Σισώη που θρηνεί στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου για τη ματαιότητα της επίγειας δόξας και σκηνές από το βίο του αγίου Νικολάου, το Ενύπνιο του οποίου απεικονίζεται στη μεγάλη αβαθή κόγχη της εισόδου. Η νότια εξωτερική πλευρά του ναού χωρίζεται αντίστοιχα σε δύο τμήματα. Δεξιά της εισόδου, σε τρεις ζώνες, παριστάνονται σκηνές από τη Γένεση και παραινέσεις προς τους πιστούς, ενώ αριστερά η σκηνή της Δευτέρας Παρουσίας. Στο κατώτερο ανατολικό τμήμα του νότιου τοίχου απεικονίζεται η νεκρή κόρη του κτήτορα, Άννα Μουτάφη, ανάμεσα στον άγιο Νικόλαο και την αγία Πελαγία. Οι εξωτερικές τοιχογραφίες του ναού φαίνεται ότι προηγήθηκαν των εσωτερικών και σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Σ. Κίσσα, πρέπει να έγιναν από διαφορετικό ζωγράφο. Το πιο αξιοσημείωτο στοιχείο του ναού είναι το τέμπλο, το παλαιότερο μέχρι σήμερα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τη γραπτή επιγραφή κάτω από τον Εσταυρωμένο. Χρονολογείται στο 1591 και αποτελεί δωρεά του ίδιου άρχοντα που χρηματοδότησε τις τοιχογραφίες, Γεωργίου Μουτάφη και της συζύγου του, Κύρως. Είναι επιχρυσωμένο και φέρει πυκνή φυτική διακόσμηση σε χαμηλό ανάγλυφο με κόκκινο και γαλάζιο χρώμα στο βάθος, ενώ η επίστεψή του έχει εκτελεσθεί με διάτρητη τεχνική, όπως και στο τέμπλο του Αγίου Δημητρίου Γρατσιάνης. Το έργο εντάσσεται σε μια σειρά ανάλογων τέμπλων από τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη Σερβία και αποτελεί ένα από τα καλύτερα του είδους.
Για την αποκατάσταση και ανάδειξη του μνημείου κατά τα έτη 1996-2000 πραγματοποιήθηκαν στερεωτικές εργασίες, αντικατάσταση των φθαρμένων στοιχείων της στέγης, και συντήρηση του τοιχογραφικού διακόσμου.
|