ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Ο ΧΩΡΟΣ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΦΩΤΟΘΗΚΗ
 
 
© Ζάχος, Κ., Ντούζουγλη, Α., © Ζάχος, Κ., Ντούζουγλη, Α.
Οικοδομικές φάσεις αρχαίων οικιών οικοπέδου Χ. & Β. Χαλικιά
Οι οικίες αναπτύσσονταν στο εσωτερικό επιμήκους νησίδας, στην οποία χωροθετούνταν δύο σπίτια κατά πλάτος, ανάμεσα στα οποία διερχόταν αποχετευτικός αγωγός. Είχαν νότιο προσανατολισμό και περιελάμβαναν υπαίθριο χώρο και δωμάτια διατεταγμένα σε έναν ή και δύο ορόφους. Κάθε σπίτι είχε την είσοδό του σε έναν από τους στενούς δρόμους κατεύθυνσης Α-Δ, εκτός από τα γωνιακά που είχαν όψη και στις λεωφόρους. Οι περισσότερες από τις οικίες που έχουν ερευνηθεί χρονολογούνται στους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους, ενώ σε ορισμένες διαπιστώνεται χρήση του χώρου από την Αρχαϊκή εποχή, χωρίς πάντοτε να είναι δυνατή η τεκμηρίωση και της αντίστοιχης οικοδομικής φάσης. Τα ανασκαφικά δεδομένα επιτρέπουν μια απόπειρα ανασύστασης διαφορετικών αρχιτεκτονικών σχεδίων για τις οικίες των αρχαϊκών, κλασικών και ελληνιστικών χρόνων. Οι διαφορές αυτές αντανακλούν τις διαφορετικές ανάγκες, αλλά και τις αλλαγές στην αντίληψη και οργάνωση του ιδιωτικού χώρου στο πέρασμα των αιώνων.



Στοιχεία για την οργάνωση της κατοικίας κατά τους αρχαϊκούς χρόνους αντλούνται από την αρχαϊκή φάση μιας κατοικίας κλασικών - ελληνιστικών χρόνων. Την περίοδο αυτή (τέλη του 6ου - αρχές του 5ου αι. π.Χ.) το σπίτι είχε ορθογώνια κάτοψη και αποτελούνταν από τρία δωμάτια. Είχε λίθινο θεμέλιο και πλίνθινη ανωδομή, ενώ η στέγη πιθανόν ήταν από οργανικές ύλες (καλάμια, ξυλοκέραμοι).



Κατά την Κλασική εποχή οι οικιστικές ανάγκες μεταβάλλονται και οι οικίες αποκτούν πολλά δωμάτια που συχνά διατάσσονται σε όροφο. Στα παλιά αρχαϊκά κτίσματα προστίθενται στην πίσω και πλαϊνή πτέρυγα επιπλέον χώροι, με αποτέλεσμα την αύξηση του κατοικήσιμου χώρου. Οι οικίες οργανώνονται γύρω από μια κεντρική αυλή, μικρών σχετικά διαστάσεων, ανοιχτή ή ημιυπαίθρια, στην οποία βρισκόταν το πηγάδι. Η αυλή είχε είσοδο από την οδό, μέσω διαδρόμου ανοιχτού ή στεγασμένου, ενώ περιμετρικά της αναπτύσσονταν έξι ή επτά δωμάτια: ο ανδρώνας, συνήθως κοντά στην είσοδο, ο οίκος, ο χώρος διαμονής της οικογένειας, όπου βρισκόταν κτιστή εστία, και γύρω από αυτόν οι βοηθητικοί χώροι για τις καθημερινές οικιακές δραστηριότητες (οπτάνιο - κουζίνα, υπνοδωμάτια, αποθήκες, εργαστήρια, χώροι υγιεινής). Στον όροφο συνήθως, βρισκόταν ο γυναικωνίτης. Οι οικίες διέθεταν λουτρά, όπως μαρτυρούν πήλινοι λουτήρες, αποχωρητήρια, καθώς επίσης, σύστημα ύδρευσης και αποχέτευσης.



Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους οι οικίες διατηρούν το ίδιο απλό αρχιτεκτονικό σχέδιο, δεχόμενες ορισμένες αρχιτεκτονικές επεμβάσεις, περιορισμένες ωστόσο, ίσως λόγω των δεσμευτικών ορίων κάθε οικοδομικής νησίδας. Σε κάποιες περιπτώσεις τα επιμελημένα δάπεδα του ανδρώνα και η ύπαρξη κιόνων στο περιστύλιο της αυλής, καθώς και η οικοσκευή που συχνά περιλαμβάνει πολυτελή σκεύη, μαρτυρούν τις οικονομικές δυνατότητες των εκάστοτε ιδιοκτητών. Σε όλες πάντως, τις οικίες έχουν βρεθεί πήλινες αγνύθες, φανερώνοντας την σταθερή ενασχόληση των γυναικών με την υφαντική στους αργαλειούς που υπήρχαν σε κάθε σπίτι της αρχαίας πόλης. Τέλος, σε αρκετές περιπτώσεις έχουν εντοπιστεί τα εγκαίνια θεμελίωσης των αρχαίων σπιτιών, που αποτελούνταν από λάκκους, στους οποίους τοποθετούνταν μικκύλα αγγεία με προσφορές και οστά ζώων.



Σε απαλλοτριωμένο ακίνητο πρώην ιδιοκτησίας Χ. και Β. Χαλικιά έχει ερευνηθεί ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά δείγματα τμήματος οικιστικού συνόλου που εντάσσεται στο ΝΑ τμήμα της αρχαίας πόλης. Πρόκειται για τμήμα οικοδομικού τετραγώνου με τα κατάλοιπα δύο οικιών και άλλων βοηθητικών εγκαταστάσεων που διατάσσονται εκατέρωθεν στενού δρόμου με μικρό αποχετευτικό αγωγό (περίσταση). Οι οικίες κατασκευάστηκαν την Κλασική εποχή και συνέχισαν να χρησιμοποιούνται μέχρι και τους ύστερους ελληνιστικούς χρόνους, δεχόμενες πολλές μετασκευές.



Από την Οικία Ι αποκαλύφθηκαν επτά χώροι. Η είσοδος βρισκόταν βόρεια από την πλευρά του δρόμου και οδηγούσε σε μεγάλο χώρο με πηγάδι που ήταν η αυλή. Ο μεγάλος ορθογώνιος χώρος δίπλα στην αυλή, που διατηρεί κατά μήκος των τοίχων ίχνη βοτσαλωτού δαπέδου, θα μπορούσε να χρησιμοποιείται ή ως οίκος ή ως χώρος συμποσίου. Στο πίσω μέρος της οικίας διατάσσεται σειρά από μικρούς βοηθητικούς χώρους, μάλλον αποθηκευτικούς. Η Οικία ΙΙ που ανασκάφηκε κατά το μεγαλύτερο τμήμα της, αποτελείται από εννέα χώρους διατεταγμένους σε τρεις σειρές. Την κεντρική θέση καταλαμβάνει η αυλή, μέσω της οποίας γινόταν η πρόσβαση στον ανδρώνα. Τα δωμάτια στο πίσω μέρος πιθανόν ήταν χώροι καθημερινής διαβίωσης (θάλαμος). Πλησίον των δύο οικιών αποκαλύφθηκαν τμήματα δύο ακόμη κτηρίων, πιθανόν πρόκειται για βοηθητικές εγκαταστάσεις. Η πρώτη οικοδομική φάση των οικιών ανάγεται στον πρώιμο 5ο αι. π.Χ. Η κεραμική φανερώνει πάντως χρήση του χώρου και στην Αρχαϊκή εποχή. Η εγκατάλειψή τους στον 1ο αι. π.Χ. - 1ο αι. μ.Χ., πιθανόν σχετίζεται με τον αναγκαστικό συνοικισμό της Νικόπολης.



Η μεγάλη ποικιλία των πήλινων αγγείων, τα οποία προέρχονται από το εσωτερικό τους, καθώς και τα υπόλοιπα ευρήματα της οικοσκευής τους, παρέχουν πληροφορίες για την καθημερινή ζωή, τις ασχολίες, αλλά και για το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων και την οικονομία. Η ύπαρξη μυλόλιθων και ελαιοπιεστηρίου επιβεβαιώνουν την καλλιέργεια δημητριακών και ελιάς. Ο μεγάλος αριθμός χάλκινων αγκιστριών και μολύβδινων βαριδίων για δίχτυα, καθώς και οι λίθινες άγκυρες μικρών σκαφών, αποδεικνύουν την ενασχόληση με την αλιεία. Επίσης, η ανεύρεση σημαντικού αριθμού αγνύθων καταδεικνύει ότι η υφαντική αποτελούσε σημαντική ενασχόληση των γυναικών. Η αποκάλυψη μητρών για ανάγλυφα αγγεία και ειδώλια υποδηλώνει την οικιακή ενασχόληση με την αγγειοπλαστική. Η ύπαρξη χώρων, οι οποίοι σχετίζονται με οικιακές λατρείες επιβεβαιώνεται από την εύρεση πήλινων ειδωλίων και ανάγλυφων πλακιδίων, καθώς και δύο λίθινων βωμίσκων. Ενδιαφέρουσα ανακάλυψη αποτελεί μία ενεπίγραφη στήλη που εντοπίστηκε στο χώρο με οροθετική επιγραφή (τέλος 4ου - αρχές 3ου π.Χ.), όπου πιθανόν γίνεται αναφορά στη λίθινη γέφυρα που ένωνε τη Λευκάδα με την ακαρνανική ακτή.
Συντάκτης
Δρ. Ολυμπία Βικάτου, αρχαιολόγος - Προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Αιτ/νίας και Λευκάδος