ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΦΩΤΟΘΗΚΗ
 
 
© Υ.ΠΑΙ.Θ.Π.Α. - Γενική Γραμματεία Πολιτισμούύ

Ο Ι.Ν. Μεταμόρφωσης του Σωτήρος βρίσκεται στο κέντρο της Χριστιανούπολης, που σήμερα μεν είναι ένα μικρό χωριό, κατά το Μεσαίωνα όμως αποτελούσε έδρα μητρόπολης. Σύμφωνα με μαρτυρίες γραπτών πηγών φαίνεται πως στα τέλη του 11ου αιώνα, η Χριστιανούπολη από απλή επισκοπή έγινε αρχιεπισκοπή και μετά από πολλές αλλαγές στη διάρκεια των αιώνων έπαψε να είναι μητρόπολη το 1833.

Το κτηριακό συγκρότημα των Χριστιάνων αποτελείται από δύο οικοδομήματα: το ναό και το εφαπτόμενο στα δυτικά αυτού κτήριο, ημιερειπωμένο σήμερα, που χρησίμευε ως επισκοπικό μέγαρο. Η εκκλησία, που ήταν ερειπωμένη μετά από τον καταστροφικό σεισμό του 1886 και αναστηλώθηκε από τον Ε. Στίκα, ανήκει τυπολογικά στους σύνθετους οκταγωνικούς με νάρθηκα, παρουσιάζει όμως σημαντικές διαφορές από το συνήθη οκταγωνικό τύπο. Αποτελείται από το τριμερές Ιερό, το κεντρικό τρουλαίο τμήμα και τους περιβάλλοντες αυτό χώρους. Στον κυρίως ναό τα φορτία του κεντρικού τρούλου μεταβιβάζονται μέσω 8 σφαιρικών τριγώνων που βαίνουν σε 4 ημιχώνια και στα τόξα των 4 κεραιών. Σε αντίθεση με τα περισσότερα γνωστά παραδείγματα του τύπου αυτού, στη Μεταμόρφωση των Χριστιάνων το οκτάγωνο που δημιουργείται από τα τόξα των κεραιών κατά τα τόξα μετώπου των ημιχωνίων δεν είναι κανονικό, διότι η ανατολική κεραία που στεγάζει το Ιερό Βήμα έχει μεγαλύτερο πλάτος από τις υπόλοιπες κεραίες. Αυτό έχει ως συνέπεια την ασύμμετρη μορφή των Β.Α και Ν.Α. ημιχωνίων και τη σύμπτυξη των συνηθισμένων στους οκταγωνικούς ναούς πέντε χώρων του Ιερού σε τρεις.

Βόρεια και νότια του κεντρικού τρουλαίου τμήματος αναπτύσσονται διώροφοι πλευρικοί χώροι, που αρχικά ήταν ανεξάρτητα διαμερίσματα και στο ισόγειο έχουν περιορισμένη οπτική επαφή με τον κεντρικό χώρο. Στον όροφο σχηματίζεται υπερώο-γυναικωνίτης. Στη δυτική πλευρά του κυρίως ναού τρεις θύρες οδηγούν σε επιμήκη νάρθηκα, που δεν διαθέτει υπερώα. Στο δυτικό τοίχο του νάρθηκα, που αποτελούσε την αρχική πρόσοψη του ναού, ανοίγεται μεγάλη ορθογωνική πύλη με ιδιαίτερα περίτεχνο, μαρμάρινο περιθύρωμα, το οποίο κοσμείται με περιελισσόμενο βλαστό σε χαμηλό ανάγλυφο και ταινίες.

Το μνημείο διαθέτει πολλά και μεγάλα παράθυρα ποικίλης μορφής: δίλοβα και τρίλοβα ελεύθερης τοξοστοιχίας ή περιβαλλόμενα από ευρύτερο τόξο, με ή χωρίς υπερυψωμένο τον μεσαίο λοβό. Η τοιχοποιία είναι ιδιαίτερα επιμελημένη και ακολουθεί το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δόμησης. Στο κάτω μέρος των μακρών τοίχων σχηματίζεται σειρά σταυρών από μεγάλους δόμους πιθανόν προερχόμενους από αρχαίο κτίσμα. Οι "σταυροί" αυτοί είναι σε χρήση κατά το β΄μισό του 11ου αιώνα.

Ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος είναι περιορισμένος. Ελάχιστες οδοντωτές ταινίες περιβάλλουν τους λοβούς των ανοιγμάτων και το γείσο της στέγης. Ελάχιστα και μεμονωμένα κεραμοπλαστικά στοιχεία διακρίνονται, όπως σταυρός ανάμεσα σε εκφυλισμένα κουφίζοντα μοτίβα, πλίνθοι σε διάταξη ανάστροφου πι, διακοσμητικά σε μορφή τεθλασμένης γραμμής, λαξευμένοι πλίνθοι, δισέψιλον.Τέλος, ακτινωτά διατεταγμένοι πλίνθοι περιβάλλουν τα παράθυρα.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο γλυπτός διάκοσμος αν και χρησιμοποιείται με φειδώ. Μαρμάρινος είναι ο κοσμήτης πάνω από τη δυτική θύρα, ο οποίος διακοσμείται με σταυρό πλαισιωμένο από φύλλα άκανθας και τρίφυλλα ανθέμια. Οι ποδιές των παραθύρων του ορόφου κοσμούνται με σταυρούς, μαιάνδρους, συμπλεκόμενους κύκλους, πλοχμούς και ζώα. Μαρμάρινοι είναι και οι κιονίσκοι των δίλοβων και τρίλοβων παραθύρων που φέρουν κιονόκρανα τεκτονικού τύπου και κοσμούνται με λατινικό φυλλοφόρο σταυρό και τα συμπιλήματα ΙΣ ΧΡ. Μαρμάρινο ήταν και το αρχικό τέμπλο του ναού-ελάχιστα τμήματα έχουν σωθεί-το οποίο αντικαταστάθηκε από κτιστό κατά την Τουρκοκρατία. Από το ζωγραφικό διάκοσμο σώζονται ελάχιστες τοιχογραφίες και συγκεκριμένα ίχνη της Πλατυτέρας στην κόγχη, ολόσωμες μορφές Αγίων στο Διακονικό και μετάλλια με προτομές διακόνων στα εσωράχια των τόξων των θυρών του Ιερού, που χρονολογούνται στο 12ο αιώνα.Το Επισκοπείο φαίνεται ότι αρχικά ήταν διώροφο, σήμερα σώζεται μόνο τμήμα του ισογείου. Η τοιχοποιία του διαφοροποιείται από του ναού και συνίσταται σε αργολιθοδομή με πυκνή χρήση πλίνθων.
Συντάκτης
Βιργινία Αλμπάνη, αρχαιολόγος