Έντονη αρχαιοκαπηλική δράση στην περιοχή οδήγησε την ίδια Εφορεία σε σωστική έρευνα του εκτεταμένου νεκροταφείου των θαλαμοειδών μυκηναϊκών τάφων (γνωστών εν μέρει από τις αρχές του αιώνα με την ονομασία "καταφύγια") στη μακρόστενη ράχη των Ελληνικών. Εξαίρετη αρχιτεκτονική, μνημειώδεις κατά το πλείστον διαστάσεις, αλλά και σημαντικά -παρά την εντατική σύληση- ευρήματα από τους 13 τάφους που έχουν ερευνηθεί την τελευταία δεκαετία στην ανατολική πλαγιά, φανερώνουν την εξέχουσα κοινωνική θέση των μυκηναίων της περιοχής. Μεταξύ των μυκηναϊκών ευρημάτων ξεχωρίζουν τρία σφραγιστικά χρυσά δακτυλίδια με έγγλυφες παραστάσεις. Οι περισσότεροι τάφοι ιδρύθηκαν σε ΠΕ (πρωτοελλαδικό) ΙΙ περιβάλλον. Χρονολογικά ανήκουν στην ΥΕ ΙΙΙ Α-Β περίοδο, και στους πιο πολλούς παρατηρήθηκε μεταγενέστερη χρήση ή και λατρεία (ευρήματα πρωτογεωμετρικών, κλασικών και ρωμαϊκών χρόνων).
Στη βορειότερη κορυφή των Ελληνικών εντοπίζεται η επιβεβαιωμένη από επιγραφικές μαρτυρίες ακρόπολη της κλασικής πόλης Θουρίας, που απλωνόταν και δυτικότερα και άνθησε όχι μόνο στους αυτοκρατορικούς χρόνους, αλλά και κατά το μεσαίωνα και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, διατηρώντας μέχρι σήμερα την ονομασία "Ελληνικά" ή "Παλιόκαστρο". Τα εκτεταμένα, αλλά όχι ακόμη συστηματικά ανασκαμμένα ορατά ερείπια (θέση του κοίλου του θεάτρου, λείψανα τείχους βόρεια και δυτικά της ακρόπολης, ίχνη από αρχαίο αμαξητό δρόμο, μεγάλη λαξευτή δεξαμενή, οικοδομικά θεμέλια, λείψανα ναών, ερείπια μνημειακού υστερορρωμαϊκού κτίσματος δυτικά του λόφου με την ονομασία "Λουτρά" κ.ά.), καθώς και η υπέροχη θέα προς τον Μεσσηνιακό κόλπο και την πεδιάδα του Παμίσου, συνηγορούν για τη σημασία της. Έως το 369 π.Χ. είναι η σημαντικότερη πόλη της δυτικής Μεσσηνίας. Μετά το έτος αυτό αποτελεί μέλος της ελεύθερης μεσσηνιακής πολιτείας και είναι η δεύτερη σπουδαιότερη πόλη μετά την Αρχαία Μεσσήνη.
|