ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
 
 
Ένα από τα σημαντικότερα ιερά της αρχαίας Σπάρτης είναι το ιερό της Ορθίας Αρτέμιδος κτισμένο κοντά στις όχθες του ποταμού Ευρώτα. Όπως είναι γνωστό από τις φιλολογικές πηγές, το ιερό αυτό ήταν το θρησκευτικό κέντρο της σπαρτιατικής αγωγής των νέων ενός ζητήματος εξαιρετικά σημαντικού για τη σπαρτιατική πολιτεία στην οποία η πειθαρχία σε συγκεκριμένους κανόνες ήταν ζήτημα επιβίωσης. Στο ναό λατρευόταν αρχικά η μυκηναϊκή θεότητα Ορθία, όμοια με τη Μυκηναϊκή θεά της γονιμότητας. Η θεά στους ιστορικούς χρόνους ταυτίστηκε με την Άρτεμη. Το ιερό γνώρισε μεγάλη ακμή στα ρωμαϊκά χρόνια γεγονός που φανερώνει και η επέκταση του εκείνη την περίοδο.

Η ανασκαφική έρευνα έδειξε ότι η λατρεία στο συγκεκριμένο χώρο ξεκίνησε τουλάχιστον από τον 9ο αι. (αν όχι το 10ο αι. π.Χ.). Το ιερό θα αποτελούσε αρχικά ένα υπαίθριο τέμενος με βωμό όχι μνημειακό. Ο πρώτος ναός κτίστηκε κατά τον 8ο ή 7ο αι. π.Χ.. Ο πρώτος αυτός ναός καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του 6ου αι. π.Χ. πιθανότατα από πλημμύρα και μόνο μια γωνία του διασώθηκε από τις μετέπειτα μετασκευές του κτηρίου. Στη θέση του κτίστηκε ένας νέος ναός, τα κατάλοιπα του οποίου με νεώτερες επισκευές είναι ορατά μέχρι σήμερα.

Από τα πορίσματα της ανασκαφικής έρευνας προκύπτει ότι ο δεύτερος αυτός ναός διατηρήθηκε έως το 2ο αι. π.Χ., οπότε και επισκευάστηκε όπως και ο βωμός ή αντικαταστάθηκε πάνω στα ίδια θεμέλια. Η μεγάλη όμως επέμβαση στο χώρο πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του 3ου αι. μ.Χ., όταν στα ανατολικά του ναού κτίστηκε ένα αμφιθέατρο και ένας νέος μεγαλύτερος βωμός πιο κοντά στο ναό. Η επέκταση δικαιολογείται από τη φήμη που είχε αποκτήσει το ιερό στα ρωμαϊκά χρόνια, όταν τελούνταν σε αυτό προς τιμήν της θεάς το αγώνισμα της διαμαστίγωσης. Κατά τη διάρκεια αυτού του αγωνίσματος της καρτερίας, οι έφηβοι ακουμπώντας στο βωμό και παρακινούμενοι και από τους ίδιους τους συγγενείς τους, υπέμεναν αγόγγυστα τη δοκιμασία του δημόσιου μαστιγώματος -μερικές μάλιστα, φορές μέχρι θανάτου- και στο τέλος βραβεύονταν εκείνοι που παρέμεναν όρθιοι (βωμονίκες). Δίπλα τους στεκόταν η ιέρεια της θεάς κρατώντας το ξόανό της, που σύμφωνα με τις πηγές, παρακινούσε αυτούς που μαστίγωναν να δείχνουν μεγαλύτερο ζήλο στα κτυπήματα γιατί υπέφερε από το βάρος του αγάλματος στην περίπτωση που δεν ήταν αρκούντως δυνατά. Η τελετή συμβάδιζε με τις προτιμήσεις της εποχής για αιματηρά θεάματα και το πλήθος συνέρεε για να την παρακολουθήσει.

Η επίκληση της θεάς ως Ορθίας, έχρηζε ερμηνείας ήδη από την αρχαιότητα. Έτσι ο Πίνδαρος (54) παρέδωσε την ετυμολογία ορθωσία επειδή ''ορθοί εις σωτηρίαν ή ορθοί τους γενωμένους''. Στα ρωμαϊκά χρόνια ο περιηγητής Παυσανίας (ΙΙΙ, 16) έδωσε μια δεύτερη ερμηνεία: ''καλούσιν δε ουκ Ορθίαν αλλά και Λυγοδέσμαν την αυτήν (ενν. την Αρτέμιδα), ότι εν θάμνω λύγων ευρέθη περιειληθείσα δε η λύγος εποίησε το άγαλμα ορθόν''. Οι απόπειρες ετυμολόγησης του ονόματος συνεχίστηκαν και από τη σύγχρονη έρευνα χωρίς μέχρι σήμερα να έχει δοθεί ακριβής ερμηνεία. Το βέβαιο πάντως είναι ότι επρόκειτο για χθόνια θεότητα και προστάτιδα της βλαστήσεως.

Ερείπια στην περιοχή του ιερού ήταν πάντοτε ορατά και οι περιηγητές του 18ου και 19ου αιώνα αναφέρθηκαν σε αυτά. Το 1829 η Γαλλική Επιστημονική Αποστολή στην Πελοπόννησο αποτύπωσε τα θεμέλια ενός κυκλοτερούς οικοδομήματος, το οποίο όμως δεν ταυτίστηκε με τμήμα του φημισμένου ιερού.

Κατά το διάστημα 1906 - 1910 η Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή των Αθηνών διενήργησε ανασκαφή στο χώρο η οποία αποτέλεσε ίσως τη σημαντικότερη ανασκαφική έρευνα στη Σπάρτη κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Τα ευρήματα της ανασκαφής συνέδεσαν τις πληροφορίες των φιλολογικών πηγών με τον τόπο και τα υλικά κατάλοιπα και φώτισαν πτυχές της ιστορίας του.
Συντάκτης
Αθανάσιος Θέμος, αρχαιολόγος