Στη θέση "Γούρνες", 1 χλμ περίπου ΒΔ του χωριού Αποδούλου, ο Pendlebury αναφέρει ότι βρήκε πρωτομινωικά όστρακα, καθώς και τμήμα από ενεπίγραφο κύπελλο με έντεκα σημεία της Γραμμικής Α' γραφής. Το 1934 ο Σπ. Μαρινάτος ανέσκαψε στο λόφο μινωική έπαυλη μήκους περίπου 30 μ. που χρονολογήθηκε στη Μεσομινωική ΙΙΙ - Υστερομινωική Ι περίοδο (1600 π.Χ.). Ανάμεσα στα ευρήματα αξιολογότερα είναι πήλινο ρυτό σε σχήμα ταυροκεφαλής, ένας χρυσός και ένας χάλκινος διπλός πέλεκυς και μία λίθινη τράπεζα προσφορών με σημεία της Γραμμικής Α' γραφής. Κατά τη διάρκεια του πολέμου Γερμανοί αρχαιολόγοι συνέχισαν την ανασκαφή του Μαρινάτου στις Γούρνες όπου ανακάλυψαν και νέους χώρους.
Τα τελευταία χρόνια Ελληνο-Ιταλική ανασκαφική ομάδα, έφερε στο φως μία ιδιαίτερα σημαντική μινωική εγκατάσταση, που χρονολογείται στην παλαιοανακτορική περίοδο (19ος αι. π.Χ. - 1600 π.Χ.). Ο χώρος βρίσκεται στο μέσον περίπου της "φυσικής οδού" από το ανάκτορο της Φαιστού προς το μεγάλο παλαιοανακτορικό κέντρο του Μοναστηρακίου και εξαιτίας της θέσης του λειτούργησε ως ενδιάμεσος σταθμός.
Η εγκατάσταση καταστράφηκε από ισχυρή πυρκαγιά, της οποίας τα ίχνη είναι σαφή, την ίδια περίοδο με την καταστροφή των γειτονικών της κέντρων. Η ζωή στο Αποδούλου και στη Φαιστό συνεχίστηκε και στη νεοανακτορική εποχή, σε αντίθεση με το Μοναστηράκι όπου εγκαταλείφθηκε οριστικά, τουλάχιστον στην ίδια θέση.
Στη θέση "Καστρί", ύψωμα περίπου 4 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από το Αποδούλου, εντοπίζονται οικοδομικά λείψανα πόλης των ελληνορωμαϊκών χρόνων.
Περίπου 300 μ. βόρεια από το Αποδούλου, στην ανατολική πλευρά του δρόμου από τη Νίθαυρη προς το χωριό, στη θέση "Σωπατάκια", το 1962 ερευνήθηκε από τον Κ. Δαβάρα θολωτός τάφος που χρονολογείται στην Υστερομινωική ΙΙΙΒ περίοδο (1340/1330 - 1190 π.Χ.). Ο τάφος ήταν συλημένος. Βρέθηκαν, όμως, τρεις κιβωτιόσχημες λάρνακες, η μία από τις οποίες φέρει παράσταση μορφής με υψωμένα χέρια.
Περίπου 4 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από το Αποδούλου και μετά τη διασταύρωση του δρόμου που οδηγεί προς το χωριό Αγία Παρασκευή (θέση Αιγιδόμαντρα), ανασκάφτηκε μικρός θολωτός τάφος της Υστερομινωικής ΙΙΙ Α-Β περιόδου (1390 - 1190 π.Χ.). Ο δρόμος, η είσοδος και το μεγαλύτερο μέρος της θόλου καταστράφηκαν κατά τη διάνοιξη αγροτικού δρόμου με εκσκαφέα. Ο τάφος έχει κυκλική κάτοψη. Από τα κομμάτια των λαρνάκων που περισυλλέχθηκαν, συνάγεται ότι ο θολωτός τάφος περιείχε περισσότερες από μία πήλινες σαρκοφάγους.
Στη θέση "Ψιλά Χώματα", περίπου 300 μ. νοτιοανατολικά από τον παραπάνω τάφο, ερευνήθηκε Υστερομινωικός ΙΙΙ μικρός υπέργειος θολωτός τάφος. Ο τάφος είχε συληθεί και σχεδόν ολοκληρωτικά καταστραφεί.
Στη θέση "Φράγκου το λουρί", περίπου 800 μ. βορειοδυτικά από την παραπάνω θέση ανασκάφτηκαν από την ΚΕ΄ ΕΠΚΑ τρεις θολωτοί τάφοι, που χρονολογούνται στην Υστερομινωική ΙΙΙ Α-Β περίοδο (1390 - 1190 π.Χ.).
Ο πρώτος έχει κυκλική κάτοψη και το τοίχωμα του σώζεται σε ύψος 1,28 μ. Η θόλος είχε καταπέσει με αποτέλεσμα να σπάσουν οι λάρνακες και τα περισσότερα πήλινα αγγεία. Περιείχε πέντε πήλινες κιβωτιόσχημες λάρνακες, είκοσι πήλινα αγγεία, ένα χάλκινο και λίγα κοσμήματα από χαλκό.
Και στο δεύτερο τάφο η θόλος είχε επίσης καταπέσει. Ο τάφος περιείχε δύο πήλινες κιβωτιόσχημες λάρνακες καθώς και μία ταφή πάνω στο δάπεδο. Δεξιά από την είσοδο βρέθηκε κρανίο βοοειδούς. Στα κτερίσματα περιλαμβάνονται επτά πήλινα αγγεία, λίγα κοσμήματα και ένα χάλκινο εργαλείο.
Ο τελευταίος τάφος έχει κυκλική κάτοψη και το τοίχωμά του σώζεται σε μέγιστο ύψος 1,34 μ. Ο τάφος περιείχε ένα μόνο νεκρό σε πήλινη λάρνακα. Στα κτερίσματα ανήκουν τέσσερις ψευδόστομοι αμφορείς, ένα χάλκινο μαχαίρι και ένα χάλκινο ξυράφι.
|