ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
 
 
Από το 1993 διεξάγεται έρευνα της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, υπό την διεύθυνση του αρχαιολόγου Ηλία Σπονδύλη, στη Μεθώνη - ακτές Πυλίας. Αρχικά η έρευνα, με την συμμετοχή και της κας Ε. Χαχαμίδου, Γεωλόγου-Ωκεανολόγου, επεκτάθηκε στην επισκόπηση της ευρύτερης περιοχής, από όπου προέκυψαν χρήσιμα στοιχεία για την ερμηνεία του μηχανισμού με τον οποίο καταποντίστηκε οικισμός που είχε εντοπιστεί στον όρμο της Μεθώνης. Επίσης, έγινε επιφανειακός καθαρισμός των τότε ορατών τοίχων και μερική αποτύπωσή τους, με εξάρτηση από το Εθνικό Γεωδαιτικό Δίκτυο, εκ μέρους του κου Ι. Μπαξεβανάκη, Αγρονόμου-Τοπογράφου-Μηχανικού.

Στον όρμο της Μεθώνης, περί τα 300 μ. από το δημοτικό Camρing και σε βάθη 3,5 μέχρι 5,5μ. υπάρχουν εκτεταμένα οικοδομικά λείψανα κατά συστάδες. Οι τοίχοι τους σώζονται κατά περίπτωση μέχρι ύψους και τεσσάρων δόμων και αποτελούνται κατά κανόνα από πλακώδεις πέτρες. Οι τοίχοι είναι κτισμένοι σε διπλές σειρές, εκτός των περιπτώσεων εκείνων που χρησιμοποιήθηκαν ακανόνιστοι ογκόλιθοι, οπότε έχουμε μία μόνον σειρά. Σημαντικό στοιχείο για την χρονολόγησή τους είναι και τοίχος σε διάταξη ιχθυάκανθας που πορεύεται δυτικά από μεγάλο κυκλικό οικοδόμημα.

Ο καταποντισμός των κτιριακών λειψάνων στη Μεθώνη δεν μπορεί να ερμηνευθεί με μηχανισμούς της ευστατικής θεωρίας ούτε και με ταχεία ίσως για γεωλογικά αλλά αργή για αρχαιολογικά δεδομένα, τεκτονική καταβύθιση της τάξεως του 1-2μ. ανά χιλιετία. Ο βαθμός διατήρησης των λειψάνων αυτών συνηγορεί μόνον υπέρ μιας ταχύτατης κατακόρυφης τεκτονικής κίνησης, συνοδευόμενης βεβαίως από ανάλογη σεισμική δραστηριότητα, η οποία δεν σπανίζει στην περιοχή αυτή.

Η έρευνα συνεχίστηκε από το 1994 και μετά με κύριο βάρος τον ανασκαφικό έλεγχο του καταποντισμένου οικισμού. Έγινε μία ανασκαφική τομή κάθετα σε τοίχο αποτυπωμένο από το 1993. Ο τρόπος κατάρρευσής του και τα καταπλακωμένα θραύσματα αγγείων συνηγορούν υπέρ μιας σεισμικής καταστροφής. Ανασκάφηκε, επίσης, σε εσωτερική γωνία τετράπλευρου περίκλειστου χώρου (δωμάτιο;) ταφικό αγγείο με εγχυτρισμό δύο νηπίων. Η συντριπτική πλειοψηφία των οστράκων της τομής είναι Μεσοελλαδικής εποχής, με δείγματα και αμαυρόχρωμης και μινύειας κεραμικής, πέραν της χονδροειδούς. Όσον αφορά στο ταφικό αγγείο, είναι παράλληλο εκείνου που προέρχεται από το Νησακούλι Μεθώνης, θέση που έχει, τόσο χωροταξικά όσο και χρονολογικά, άμεση σχέση με τον οικισμό.

Με τα πλέον απομακρυσμένα ορατά κτηριακά κατάλοιπα η έκταση του οικισμού στη Μεθώνη υπερβαίνει τα εκατό στρέμματα. Η ανακάλυψη και έρευνα του καταποντισμένου αυτού οικισμού αφ' ενός ανατρέπει εν μέρει τις μέχρι πρόσφατα κρατούσες απόψεις για τον τρόπο σχηματισμού των ακτογραμμών της περιοχής, αφ' ετέρου θα προσθέσει σημαντικές πληροφορίες για την Μέση Εποχή του Χαλκού, κυρίως για τον λόγο ότι η καταστροφή του, κατ' αυτόν τον τρόπο, τον άφησε αλώβητο από μεταγενέστερες αλλοιώσεις. Εξ άλλου, είναι ο δεύτερος μόλις προϊστορικός οικισμός μετά το Πλατυγιάλι (Πρωτοελλαδικής εποχής) και ο πρώτος της συγκεκριμένης περιόδου που ανασκάπτεται υποβρυχίως στην Ελλάδα.