ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
 
 
Σε λοφοσειρά μήκους 500μ. με κατεύθυνση από ΒΔ-ΝΑ και σε απόσταση 2-2,2 χλμ. από τη ΒΔ γωνία του Μεσσηνιακού κόλπου, αναπτύχθηκε στη θέση Νιχώρια το μεγαλύτερο και σημαντικότερο οικιστικό κέντρο της περιοχής με συνεχή διάρκεια ζωής από το 3500-750 π.Χ. περίπου, που δραστηριοποιείται ξανά από τον 4ο έως τις αρχές του 13ου αιώνα μ.Χ. Η μεγάλη ακμή του οικισμού σημειώνεται στα μυκηναϊκά χρόνια (1600-1050 π.Χ.). Τα σπίτια είναι κυρίως ορθογώνια σε κάτοψη με τρία ή τέσσερα δωμάτια, αλλά και αψιδωτά.

Τα ταφικά μνημεία των αλληλοδιάδοχων οικισμών στο λόφο των Νιχωρίων ερευνήθηκαν στις θέσεις Ριζόμυλος (ΒΑ), Τουρκοκίβουρα, Ακόνες και Λακκούλες (Δ) και στο Βαθύρεμα (Ν). Υπάρχει ποικιλία τάφων (θολωτοί, θαλαμωτοί, κιβωτιόσχημοι κτιστοί με αψιδωτή τη μία πλευρά, ταφικοί πίθοι). Ορισμένοι κατασκευάζονται ήδη από το 1600 π.Χ. περίπου (τέλη μεσοελλαδικής - αρχές υστεροελλαδικής περιόδου), αλλά και στις επόμενες φάσεις της μυκηναϊκής εποχής με χρήση κυρίως ως τα τέλη του 12ου π.Χ. αιώνα. Κατά τον 11ο έως και τον 8ο π.Χ. αιώνα περίπου, χρησιμοποιούνται ακόμη ορισμένοι μυκηναϊκοί θολωτοί τάφοι, και γίνονται ταφές σε πίθους και αψιδωτούς κτιστούς τάφους.

Ο μεγαλύτερος και πλουσιότερος σε ευρήματα θολωτός τάφος ιδρύθηκε λίγο μετά το 1400 π.Χ. (υπολογιζόμενο ύψος θόλου 5,60μ., διάμετρος θαλάμου 6,60μ. μήκος δρόμου 8,90μ.) και απέδοσε πλούσια και αξιόλογα ευρήματα.

Η ανασκαφή του οικισμού των Νιχωρίων έγινε από το Πανεπιστήμιο της Minnesota (1969-1973) με υποδειγματικό τρόπο και με τη συνεργασία πολλών ειδικευμένων επιστημόνων. Αρκετοί τάφοι ερευνήθηκαν από το ίδιο Πανεπιστήμιο και από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ολυμπίας.