ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΦΩΤΟΘΗΚΗ
 
 
Στο ύψωμα, βόρεια του ομώνυμου οικισμού, βρίσκεται η τειχισμένη ακρόπολη του 4ου αι. π.Χ. Τα τείχη είναι κατασκευασμένα κατά το ισόδομο ορθογώνιο σύστημα. Η οχύρωση ανήκει στην ομάδα των οχυρωματικών έργων τα οποία κατασκευάστηκαν στην εποχή της θηβαϊκής ηγεμονίας από τον Επαμεινώνδα για τον έλεγχο των θαλασσίων περασμάτων. Στο πέρασμα των αιώνων τα τείχη δέχτηκαν πολλές προσθήκες και επισκευές μετά από καταστροφές, κυρίως από σεισμούς, κατά τον 5ο και 3ο αι. π.Χ., τον 3ο και τον 6ο μ.Χ. Η σπουδαιότερη επέμβαση στα τείχη έγινε στην εποχή του Ιουστινιανού.

Ο οχυρωματικός περίβολος της ακρόπολης επιστέφει τον ανατολικότερο από τους δύο λόφους. Ο ανατολικός πύργος του τείχους διατηρείται σε καλή κατάσταση. Στα βόρεια σώζονται μόνο διάσπαρτοι ογκόλιθοι. Ο περίβολος της ακρόπολης συνδέεται με το τείχος της κάτω πόλης, το οποίο περιέβαλε μόνο το λόφο της ακρόπολης και όχι και τον δυτικό χαμηλότερο λόφο της νεκρόπολης. Η αποκάλυψη δημοσίων οικοδομημάτων στο μέσον της νότιας πλαγιάς του λόφου της ακρόπολης, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι εδώ θα πρέπει να βρισκόταν το κέντρο της πόλης από τους ελληνιστικούς μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους (3ος π.Χ. - 3ος αι. μ.Χ.). Ένα από αυτά ήταν μνημειώδες διώροφο οικοδόμημα του τέλους του 4ου αι. π.Χ. που καταστράφηκε πιθανότατα από το σεισμό του 3ου αι. π.Χ. και από το οποίο προέρχεται αναθηματικό ανάγλυφο με παράσταση θυσίας-ευχαριστίας μιας μητέρας προς τη θεά Άρτεμη Ειλειθυία. Σημαντικό εύρημα αποτελεί η αποκάλυψη ενός ηρώου ρωμαϊκών χρόνων, που καταστράφηκε από σεισμό τον 3ο αι. μ.Χ. Στη νότια πλαγιά του λόφου της ακρόπολης, βρέθηκαν λείψανα πολλών κατοικιών και άλλων οικοδομημάτων ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων.

Στο δυτικό χαμηλό λόφο αλλά και στο πεδινό τμήμα στα νότια της Περιεφερειακής Εθνικής Οδού Λαμίας-Βόλου, αποκαλύφθηκαν πολλά τμήματα του νεκροταφείου του Εχίνου. Η ταφική χρήση του χώρου ξεκινά από τον 5ο αι. π.Χ. και συνεχίζεται μέχρι τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες. Οι πλειονότητα των τάφων ανήκει στους ελληνιστικούς χρόνους (2ο και 1ο αι. π.Χ.). Επικρατέστερος τύπος τάφου είναι ο κιβωτιόσχημος και ακολουθούν οι λαξευτοί θαλαμωτοί, οι κεραμοσκεπείς και οι απλοί λάκκοι. Η χρήση των θαλαμοειδών τάφων κλιμακώνεται από τον 3ο αι. π.Χ. μέχρι τον 1ο μ.Χ.
Συντάκτης
Έ. Καράντζαλη, αρχαιολόγος