|
|
|
|
|
Τοπογραφικό σχέδιο Δάκαρη
|
|
|
Ο οχυρωμένος οικισμός του Δυμοκάστρου, που αναπτύσσεται στο ομαλό τμήμα του λόφου, νότια του όρμου Καραβοστάσι της Πέρδικας, έχει έκταση 220 στρέμματα και συνολική περίμετρο τείχους 3.400 μ. Το τείχος περιβάλλει τον οικισμό από την ανατολική και βόρεια πλευρά, ενώ η νότια και η δυτική, φυσικά οχυρές και δυσπρόσιτες, προστατεύονται από τείχος στα βατά μόνο σημεία τους.
Η οχύρωση αποτελείται από τρία συνεχόμενα τμήματα, στα οποία ο πρώτος μελετητής του χώρου Σ. Δάκαρης έδωσε συμβατικές ονομασίες: τα δύο ανατολικά (Ακροπόλεις Α και Β), με περίμετρο 1.600 μ., εντάσσονται χρονολογικά στον 4ο αι. π.Χ., ενώ το δυτικό (Ακρόπολη Γ), με περίμετρο 1.400 μ., είναι κατασκευασμένο κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Η οχύρωση, επιμελημένης κατασκευής στο μεγαλύτερο τμήμα της, σώζεται σε καλή κατάσταση. Τα τείχη, κατασκευασμένα από ντόπιο ασβεστόλιθο, ακολουθούν το πολυγωνικό σύστημα τοιχοποιίας και στο καλύτερα σωζόμενο τμήμα τους φτάνουν σε ύψος τα 4 μ., ενώ το πάχος τους κυμαινόταν μεταξύ 2 - 4 μ. Πύργοι και θλάσεις ενισχύουν την αμυντική τους ικανότητα. Η κύρια πύλη του οικισμού βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο της Ακρόπολης Α, ενώ μία δεύτερη πυλίδα στο βορειοδυτικό άκρο της οχύρωσης της κορυφής του λόφου εξυπηρετούσε τη μετάβαση από το χώρο της Ακρόπολης Α σε αυτόν της Ακρόπολης Β. Επιπλέον ανοίγματα, που εντοπίζονται σε διάφορα σημεία της οχύρωσης, θα επέτρεπαν την επικοινωνία των τριών ακροπόλεων, ενώ μία ακόμα πύλη τοποθετείται πιθανότατα στο βορειοδυτικό άκρο της Ακρόπολης Γ, ώστε να εξασφαλίζεται η επικοινωνία με το αρχαίο λιμάνι στη Σκάλα Ελληνικού.
Η Ακρόπολη Α αποτελεί το κατεξοχήν δομημένο τμήμα του αρχαίου οικισμού και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, τον οικιστικό και διοικητικό πυρήνα του. Η χωροταξία της δεν στηρίχθηκε σε οργανωμένο πολεοδομικό σχεδιασμό, αλλά καθορίστηκε από τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους. Ο οικισμός αναπτύσσεται σε τεχνητά διαμορφωμένα άνδηρα που συγκρατούνται από ισχυρούς αναλημματικούς τοίχους και διασχίζεται από δίκτυο δρόμων. Τα κτίρια ήταν κατασκευασμένα από ντόπιο ασβεστόλιθο, συχνά εν μέρει ή ολόκληρα λαξευμένα στο φυσικό βράχο, τα περισσότερα με ορθογώνια ή τραπεζιόσχημη κάτοψη, ενώ διακρίνονται και κάποια με πιο σύνθετη μορφή, οι χώροι των οποίων αναπτύσσονται γύρω από περίστυλη αυλή. Τα κτίρια με επιμελέστερη κατασκευή διέθεταν συνήθως βοτσαλωτά δάπεδα και τοίχους καλυμμένους με χρωματιστά επιχρίσματα.
Για τις εμπορικές δραστηριότητες των κατοίκων προοριζόταν μία στοά στο βόρειο άκρο της Ακρόπολης Α. Μία δεύτερη στοά λίγο νοτιότερα σχετίζεται με ένα ευρύτερο συγκρότημα θρησκευτικού χαρακτήρα, αποτελούμενο από δύο μικρούς δίχωρους ναούς με πρόναο και σηκό. Ένα ακόμη ιερό του οικισμού εντοπίζεται στην Ακρόπολη Β και έχει τριμερή εσωτερική διαίρεση και δύο βοηθητικά δωμάτια. Στα ανατολικά του υπάρχει λαξευμένος στο βράχο βωμός.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του οικισμού αποτελούν οι τρεις, λαξευμένες στο βράχο, κυκλικές δεξαμενές για τη συγκέντρωση του βρόχινου νερού.
Την εικόνα της κατοίκησης συμπληρώνει ο ταφικός τύμβος, τμήμα του αρχαίου νεκροταφείου, που βρίσκεται στους πρόποδες του λόφου, εκτός των τειχών.
|