Τα κατάλοιπα του ιερού της Ήρας στο Άργος, στους νοτιοδυτικούς πρόποδες του όρους Αετόβουνο είναι ορατά από μακριά. Το ιερό καταλαμβάνει τρία άνδηρα. Ο χώρος λατρείας βρισκόταν αρχικά στο ανώτερο άνδηρο, όπου και ο παλιός ναός, αλλά μετέπειτα οργανώθηκε στο μεσαίο, με το νεότερο ναό στο κέντρο, μεταξύ του ''δυτικού κτηρίου'' και του ''ανατολικού κτηρίου''. Στοές και κλίμακες συμπλήρωναν τη διάρθρωση των ανδήρων.
Η σημερινή είσοδος του αρχαιολογικού χώρου βρίσκεται στα νοτιοανατολικά του ιερού. Από την ανατολική πλευρά της μνημειώδους εισόδου, φτάνει κανείς στο μεσαίο άνδηρο. Στα βορειοανατολικά του μία κλίμακα οδηγεί στο ανώτερο άνδηρο, πλαισιώνοντας τον κτισμένο με μεγάλους κροκαλοπαγείς λίθους, κατά τον κυκλώπειο τρόπο, αναλημματικό τοίχο του 8ου αιώνα π.Χ. Η ισοπεδωμένη επιφάνεια του ανώτερου ανδήρου είναι καλυμμένη με λίθινες πλάκες και έχει μήκος 55,80 μ. και πλάτος 34,40 μ. Από τον αρχαϊκό δωρικό περίπτερο ναό, σώζεται μόνο τμήμα του στυλοβάτη, μίας απλής σειράς λίθων, όπου διακρίνονται ίχνη της έδρασης τεσσάρων από τους ξύλινους κίονές του. Ο μακρόστενος αλλά ήδη εξάστυλος αυτός ναός (είχε 14 κίονες στις μακρές και 6 στις στενές πλευρές) είχε πρόναο και σηκό αλλά αντί για οπισθόδομο διέθετε ένα χωριστό δωμάτιο ως άδυτο.
Στις αρχές του 6ου αι. π.Χ., κτίστηκαν στο μεσαίο άνδηρο δύο δωρικές στοές κάτω από τον κυκλώπειο αναλημματικό τοίχο, με την πρόσοψή τους προς τα νότια. Θεωρούνται τα αρχαιότερα κτήρια αυτού του τύπου, όπου τμήμα του πτερώματος των ναών απέκτησε ανεξαρτησία για την εξυπηρέτηση των προσκυνητών. Η ανατολική στοά περιβλήθηκε με βαθμίδες και διαμορφώθηκε ως άνοδος στο επίπεδο του αρχαίου ναού.
Στα δυτικά τους, στο κατώτερο άνδηρο, είναι ορατά τα θεμέλια του ''δυτικού κτηρίου'', το οποίο χρησιμοποιήθηκε για συμπόσια. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα κτήρια του είδους. Το περικλείει μια τετράγωνη αυλή με περιστύλιο. Στη βόρεια πλευρά του βρίσκεται η είσοδος του κτηρίου και τρεις αίθουσες συμποσίου, ενώ στις υπόλοιπες πλευρές του υπάρχει δεύτερη σειρά κιόνων. Η οργάνωση του χώρου λατρείας ολοκληρώνεται στο δεύτερο μισό του 5ου αι. π.Χ. Ένα κλιμακωτό ανάλημμα μήκους 81 μ., που εδράζεται στο κατώτερο άνδηρο, αποτελεί τη μνημειώδη είσοδο του ιερού, σε απόσταση περίπου 50 μ. νότια των αρχαϊκών στοών. Το βορειοδυτικό του τμήμα καταλαμβάνεται από μία δωρική στοά με πρόσοψη επίσης προς τα νότια. Επιπλέον, το ανατολικό άκρο του μεσαίου ανδήρου ορίζεται από ένα κτήριο, το ''ανατολικό κτήριο'', μία ναόμορφη υπόστυλη αίθουσα με τέσσερα κλίτη, που θυμίζει το Τελεστήριο του Πεισίστρατου στην Ελευσίνα. Τέλος, κτίζεται στη μέση του ανδήρου ο περίπτερος δωρικός ναός του Ευπόλεμου, του οποίου είναι ορατή μόνο η θεμελίωση. Οι κίονές του ήταν πώρινοι, καλυμμένοι με επίχρισμα. Είχε πρόναο και οπισθόναο ιδίων διαστάσεων που ο καθένας τους διέθετε δύο κίονες ανάμεσα σε παραστάδες. Δύο επάλληλες δωρικές κιονοστοιχίες κατά μήκος των μακρών πλευρών του σηκού τόνιζαν τον κεντρικό χώρο όπου στεκόταν το λατρευτικό, χρυσελεφάντινο άγαλμα της Ήρας, έργο του Πολύκλειτου. Η καθήμενη θεά κρατούσε ένα ρόδι και σκήπτρο, πάνω στο οποίο στεκόταν ένας κούκος. Υπήρχαν επίσης στο ναό ένα μικρό ξόανο της θεάς, από ξύλο αγριαχλαδιάς, από την Τίρυνθα, καθώς και ένα χρυσελεφάντινο άγαλμα της Ήβης, έργο του Ναϋκύδη. Στα αετώματα του ναού παριστάνονταν ίσως η γέννηση του Δία και η άλωση της Τροίας ενώ στις μετόπες γιγαντομαχία και ο τρωικός πόλεμος. Μπροστά στην είσοδο του ναού υπήρχαν αγάλματα των ιερειών της Ήρας και ηρώων του Άργους. Στη δυτική πλευρά του ιερού και σε κατώτερο επίπεδο είναι ορατά τα κατάλοιπα των νεότερων κτηρίων του, ενός ελληνιστικού γυμνασίου και ρωμαϊκών λουτρών.
Το ηραίο περιλαμβάνει κτήρια στις αρχικές μορφές του είδους τους με πρωτοποριακή χρήση του βαθμιδωτού αναλήμματος. Τα περισσότερα αρχιτεκτονικά μέλη τους όμως μεταφέρθηκαν αλλού για να χρησιμοποιηθούν ως οικοδομικά υλικά για δεύτερη φορά.
|