|
|
|
|
|
Εξωτερική άποψη του μουσείου
|
|
|
Στο νότιο τμήμα της Νέας Μονής και στα νοτιοδυτικά του Καθολικού βρίσκεται η Τράπεζα, ο χώρος που εξυπηρετούσε την κοινή εστίαση των μοναχών. Η συγκεκριμένη χωροθέτηση του κτιρίου ακολουθεί τη συνήθη διάταξη των κτισμάτων των βυζαντινών μονών, εξυπηρετώντας την άμεση πρόσβαση από το Καθολικό στην Τράπεζα.
Πρόκειται για ένα επίμηκες μονόχωρο κτίριο (20,60Χ8,20 μ.), ορθογώνιας κάτοψης, που καταλήγει στην ανατολική του πλευρά σε μεγάλη ημικυκλική αψίδα.
Το κτίριο στεγάζεται με δίκλινη κεραμοσκεπή στέγη, ενώ εσωτερικά καλύπτεται με θόλο ελαφρά οξυκόρυφο. Από τις τοιχοποιίες του κτιρίου η πιο επιμελημένη είναι αυτή της ανατολικής όψης, κατά το ατελές πλινθοπερίκλειστο σύστημα.
Στη νότια όψη έχει κατασκευαστεί κεκλιμένο αντέρεισμα στο οποίο σχηματίζονται τέσσερις ογκώδεις αντηρίδες. Η είσοδος στο εσωτερικό επιτυγχάνεται από τη βόρεια πλευρά. Η θύρα εισόδου πλαισιώνεται από κλασικίζουσες παραστάδες, κατασκευασμένες από τον τοπικό πωρόλιθο Θυμιανών, και ευθύγραμμο υπέρθυρο, πάνω από το οποίο είναι εντοιχισμένη επιγραφή που μαρτυρεί εκτεταμένες επισκευαστικές εργασίες στο κτίριο και φέρει τη χρονολογία 1637. Στο εσωτερικό, ο θόλος ενισχύεται από τέσσερα τόξα ("σφενδόνια"), που στηρίζονται σε προεξέχουσες παραστάδες. Ανάμεσα στις παραστάδες σχηματίζονται ανά πέντε σε κάθε πλευρά τυφλά αψιδώματα. Στα αψιδώματα της βόρειας και νότιας πλευράς ανοίγονται ορθογώνια παράθυρα με περιθυρώματα από λίθο Θυμιανών, στοιχείο που καταδεικνύει ότι πρόκειται για μεταγενέστερες κατασκευές. Στην ανατολική αψίδα υπάρχει τρίλοβο παράθυρο.
Στο εσωτερικό της Τράπεζας δεσπόζει στο κέντρο κατά μήκος του κτιρίου επίμηκες κτιστό τραπέζι (μήκους 15,16 μ.), το οποίο στα δύο άκρα του έχει ημικυκλικές απολήξεις.
Στο άνω τμήμα του φέρει μαρμαροθέτημα. Αποτελείται από δεκαπέντε διάχωρα, στα οποία αναπτύσσονται ισάριθμες συνθέσεις διαφόρων γεωμετρικών σχημάτων από πολύχρωμα μαρμάρινα τεμάχια. Η τεχνική αυτή ανάγει τη χρονολόγηση του τραπεζιού στη μεσοβυζαντινή εποχή. Στις κατά μήκος πλευρές του κτιστού τραπεζιού ανοίγονται μικρές θυρίδες που χρησίμευαν για την τοποθέτηση των απαραίτητων ειδών για την εστίαση των μοναχών.
Έμπροσθεν της εισόδου πρέπει να υπήρχε μικρό κτίσμα με μονοκλινή στέγη, παράθυρο και πόρτα, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο του Ρώσου περιηγητή μοναχού Basil Barsky των αρχών του 18ου αι. Στο ίδιο σχέδιο φαίνεται ότι το κτίριο της Τράπεζας αποτελούσε ενιαίο σύνολο με τα κελιά του δυτικού τμήματος της μονής.
|