Ο οχυρωμένος οικισμός - ακρόπολη Μεγάλου Γαρδικίου αποτελεί τη βορειότερη από τις τρεις ακροπόλεις που φύλασσαν το λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων κατά την αρχαιότητα. Η θέση της ακρόπολης στην κορυφή του ψηλού κωνικού λόφου ''Καστρί'' είναι στρατηγική, καθώς βρίσκεται στην πορεία ενός από τους κύριους οδικούς άξονες της αρχαίας Ηπείρου και ήλεγχε την είσοδο στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων από βορρά και δυτικά. Συγχρόνως επόπτευε απρόσκοπτα το κεντρικό τμήμα της πεδιάδας των Ιωαννίνων. Η ακρόπολη του Μεγάλου Γαρδικίου διασφάλιζε την άμυνα και προστασία των πολυάριθμων ατείχιστων οικισμών της γύρω περιοχής, ενώ δεν αποκλείεται να αποτελούσε και το διοικητικό τους κέντρο. Σύμφωνα με την άποψη των μελετητών ταυτίζεται με την αρχαία Πασσαρώνα, θρησκευτικό κέντρο του κράτους των Μολοσσών, και συνδέεται με το ναό του Αρείου Διός που βρίσκεται 3.5 χιλιόμετρα βορειότερα, στην πεδιάδα του Ροδοτοπίου. Η ίδρυση της ακρόπολης τοποθετείται στο α΄ μισό του 3ου αι. π.Χ. και πιθανόν συνδέεται με το βασιλέα Πύρρο. Η ακμή του πολίσματος ωστόσο τοποθετείται προς το τέλος του 3ου αι. π.Χ., την περίοδο που η Ήπειρος ήταν διοικητικά οργανωμένη στο Κοινό των Ηπειρωτών (234/32 -168 π.Χ.). Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση (168 π.Χ.) ο οικισμός εξακολούθησε να κατοικείται, γνωρίζοντας μια νέα περίοδο ακμής την εποχή του Αυγούστου (27 -14 π.Χ.). Νεότερα οχυρωματικά έργα στο εσωτερικό της ακρόπολης πραγματοποιήθηκαν την περίοδο των βαλκανικών πολέμων.
|