ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΦΩΤΟΘΗΚΗ
 
 
© Κολώνας, Λ, © Κολώνας, Λ.
Άποψη της Νέας Πλευρώνας και της ευρύτερης περιοχής
Στη ΝΔ απόληξη του όρους Αρακύνθου (Ζυγός), και σε απόσταση μόλις 5 χλμ. ΒΔ της Ιεράς Πόλης Μεσολογγίου, υψώνεται επιβλητικά η ισχυρή οχύρωση της Νέας Πλευρώνας, καταλαμβάνοντας δύο γειτονικούς λόφους. Η Νέα Πλευρώνα αποτελούσε μία από τις μεγαλύτερες αρχαίες πόλεις της Δυτικής Αιτωλίας. Η οχύρωσή της, η οποία εντυπωσιάζει ακόμα και σήμερα, αποκαλείται από τους κατοίκους της περιοχής «Κάστρο της κυρα-Ρήνης», ονομασία που συνδέεται με νεώτερους θρύλους και παραδόσεις. Οφείλει το όνομά της στον ήρωα Πλευρώνα, γιο του Αιτωλού και γενάρχη της Αιτωλίας. Σύμφωνα με το γεωγράφο Στράβωνα (Γεωγραφικά 10, ΙΙ, 4), η πόλη ιδρύθηκε μετά το 235/234 π.Χ., δηλαδή αμέσως μετά την καταστροφή της Παλαιάς Πλευρώνας, από τον Δημήτριο Β΄ το Μακεδόνα, γνωστό και ως Αιτωλικό. Τα ερείπια που εντοπίζονται νοτιότερα στους δύο χαμηλούς λόφους, Ασφακοβούνι (Γυφτόκαστρο) και Πετροβούνι, αποδίδονται στην Παλαιά Πλευρώνα.



Ο Όμηρος στο νηών κατάλογο, αναφέρει πέντε αιτωλικές πόλεις, μεταξύ των οποίων και την Πλευρώνα (Καλυδώνα, Χαλκίδα, Πυλήνη, Ώλενο) που συμμετείχαν στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Επιπλέον, τόσο το όνομα της πόλης, όσο και το εθνικό Πλευρώνιος, εμφανίζεται σε μυκηναϊκές πήλινες πινακίδες της Γραμμικής Β΄ γραφής που βρέθηκαν στην Πύλο, γεγονός που αποδεικνύει ότι η πόλη υπήρχε ήδη στη Μυκηναϊκή εποχή. Εντούτοις, έως σήμερα ελάχιστα θραύσματα αγγείων επιβεβαιώνουν την κατοίκηση κατά την περίοδο αυτή. Αντίθετα, περισσότερα στοιχεία υπάρχουν για τους πρωτογεωμετρικούς και τους γεωμετρικούς χρόνους, κυρίως από τάφους και ελάχιστα κτηριακά κατάλοιπα. Η Νέα Πλευρώνα, αν και γνώρισε μεγάλη ακμή κατά την Ελληνιστική περίοδο, μετά τη ναυμαχία του Ακτίου το 31 π.Χ., παρήκμασε και οι κάτοικοί της μεταφέρθηκαν στην Νικόπολη από τους Ρωμαίους.



Η Νέα Πλευρώνα, όπως οι περισσότερες πόλεις των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων, είχε κτιστεί κατά το Ιπποδάμειο σύστημα, σε μεγαλύτερη κλίμακα από την παλαιά πόλη. Η επιλογή της θέσης, πάνω σε χαμηλό και βραχώδη λόφο (υψόμετρο 195μ. έως 280μ.), όπως μπορεί να αντιληφθεί και σήμερα ο επισκέπτης, δεν ήταν τυχαία, καθώς από το σημείο αυτό η πόλη διατηρούσε τον έλεγχο των χερσαίων και θαλασσίων οδών, αλλά και των πλουτοπαραγωγικών πηγών (αλυκές και λιμνοθάλασσα).



Οι ευρωπαίοι περιηγητές, όπως οι E. Dodwell και W.J. Woodhouse, γνώριζαν τα ερείπια της πόλης ήδη από τις αρχές του 19ου αι. Η πρώτη ανασκαφική έρευνα πραγματοποιήθηκε από τους R. Herzog και E. Ziebarth στα τέλη του 19ου αι. στο θέατρο της πόλης. Το 1931 ο γερμανός μελετητής E. Fiechter βασίστηκε στα αποτελέσματα της έρευνας και δημοσίευσε την πρώτη συστηματική μελέτη του μνημείου. Μεγάλης σημασίας για την έρευνα της Πλευρώνας υπήρξε και η μελέτη του F. Noach. Τις τελευταίες δεκαετίες πραγματοποιήθηκαν έρευνες στα νεκροταφεία της πόλης, ενώ το 1993 σύντομη ανασκαφική έρευνα στο θέατρο και στο νότιο νεκροταφείο της πόλης σε συνεργασία με το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο.



Με την ένταξη στο Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε. τριών αρχαίων πόλεων της Αιτωλοακαρνανίας, δηλαδή της Πλευρώνας, της Παλαίρου και των Οινιαδών, υλοποιήθηκαν με πιστώσεις από το Γ΄ Κ.Π.Σ. εργασίες για την προστασία, έρευνα και ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου Νέας Πλευρώνας, οι οποίες ξεκίνησαν το 2002 και ολοκληρώθηκαν το 2009. Επίσης, στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος «Δυτική Ελλάδα – Πελοπόννησος – Ιόνιοι Νήσοι 2007 -2013» υλοποιήθηκε και το έργο «Εργασίες Ανάταξης Τμημάτων του Τείχους της Νέας Πλευρώνας και Βελτίωσης της Αναγνωσιμότητας των Μνημείων Ύδρευσης της Αρχαίας Πόλης».
Συντάκτης
Δρ. Ολυμπία Βικάτου, αρχαιολόγος - Προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Αιτ/νίας και Λευκάδος