|
|
|
|
|
Άποψη του ναού (λήψη από δυτικά)
|
|
|
Στα τέλη της περιόδου αυτής, περί το 500 π.Χ. και λίγο μετά, ο χώρος αποκτά τη μνημειώδη αρχιτεκτονική μορφή που είναι και σήμερα ορατή. Ισοπεδώνεται με την κατασκευή ισοδομικών αναλημμάτων, για τη στήριξη των χωμάτων, και κατασκευάζεται ο ναός, ο βωμός, το πρόπυλο και κάποιας δευτερεύουσας σημασίας οικοδομήματα. Μία μικρότερη περίοδος ακμής, που σημειώνεται κατά τα μέσα του 4ου αιώνα, άφησε τα ίχνη της στη νέα διαμόρφωση του βωμού και την κατασκευή νέων κτιρίων στα ΝΑ του τεμένους. Η κεραμεική των μεταγενέστερων χρόνων δηλώνει μικρή μόνο δραστηριότητα μέχρι τις αρχές του 1ου π.Χ. αιώνα, οπότε το ιερό παρακμάζει οριστικά.
Εντούτοις, αναφέρεται ακόμη από τον περιηγητή Παυσανία το 2ο μ.Χ. αιώνα. Αργότερα -ίσως τον 3ο μ.Χ αιώνα- αφαιρέθηκαν οι μεταλλικοί σύνδεσμοι, που συγκρατούσαν τα αρχιτεκτονικά μέλη του ναού, και τμήματά του κατέρρευσαν. Η θέση του, όμως, παρέμεινε γνωστή.
Το 1811 ο Άγγλος Cockerell και ο Γερμανός von Hallerstein λεηλάτησαν τα γλυπτά των αετωμάτων στο εξωτερικό, όπου και πουλήθηκαν στο Λουδοβίκο Α΄της Βαυαρίας. Σήμερα βρίσκονται στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου.
|