Στον Αρχαιολογικό Χώρο της Λισού διατηρούνται ερείπια δημόσιων κυρίως κτηρίων, αλλά και έργων υποδομής των ρωμαϊκών χρόνων. Το λιμάνι βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της κοιλάδας αλλά λόγω της ανύψωσης της ξηράς από τον τρομακτικό σεισμό των 8,5 R σήμερα είναι ορατές οι εγκαταστάσεις του στη στεριά, σε απόσταση αρκετών μέτρων από τη θάλασσα. Η αρχαία προβλήτα διατηρείται σε μήκος περίπου 25μ και πλάτος 1,50μ. και είναι χτισμένη από μεγάλες πέτρες και κονίαμα. Το λεγόμενο τελωνείο είναι κτήριο στην αριστερή πλευρά της σημερινής παραλίας σκαρφαλωμένο σε απρόσιτο βραχώδες σημείο, με φανερά τα ίχνη της αρχαίας ακτογραμμής κάτω από το επίπεδο έδρασής του.
Στο βάθος της κοιλάδας και στη βορειοανατολική πλευρά της εντοπίζεται το θρησκευτικό και διοικητικό κέντρο του οικισμού. Κάτω από το επιβλητικό βραχώδες τοπίο είναι κτισμένο το Ασκληπιείο, δίπλα στην φημισμένη ιερή, ιαματική πηγή που ακόμα αναβλύζει. Ο μικρών διαστάσεων ναός του Ασκληπιού, που ανασκάφτηκε κατά τα έτη 1957-1960, είναι κτίσμα των ελληνιστικών χρόνων και περιέχει προξενικές επιγραφές στην πρόσοψή του. Το ψηφιδωτό δάπεδο που σώζεται στο εσωτερικό του προστέθηκε κατά την μετασκευή των ρωμαϊκών χρόνων. Ο ναός βρέθηκε καταπλακωμένος από υπερμεγέθεις βράχους που είχαν κυλήσει από ψηλότερα προφανώς εξαιτίας του ισχυρού σεισμού του 365 μ.Χ., οι οποίοι τον μετέτρεψαν σε ερείπια σφραγίζοντας το περιεχόμενό του: μια εξαιρετική συλλογή ελληνιστικών γλυπτών- αναθημάτων των προσκυνητών με τα ονόματά τους στα βάθρα και το άγαλμα του ίδιου του Ασκληπιού. Ο ναός έχει είσοδο από τα ανατολικά και πτερό μόνο στη νότια πλευρά του. Η κατασκευή του ήταν από μεγάλους λαξευτούς πωρόλιθους και στην ανωδομή του υπήρχαν τρίγλυφα και μετόπες και αετώματα διακοσμημένα με ανάγλυφες ασπίδες.
Χαμηλότερα του Ασκληπιείου σώζονται ρωμαϊκές θέρμες και από τη δυτική πλευρά του ρέματος, το αρχαίο ωδείο, το οποίο δεν έχει ανασκαφεί. Σε άνδηρο επάνω από αυτό διατηρείται άλλο διώροφο ρωμαϊκό οικοδόμημα γνωστό σήμερα ως «Πύργος». Η στρατηγική θέση του καθιστά πιθανή μια σύνδεσή του με κάποια διοικητική λειτουργία.
Η νεκρόπολη καταλαμβάνει όλη τη νοτιοδυτική και δυτική πλαγιά του χώρου. Είναι ορατοί 118 τάφοι. Στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι κτιστοί, θολωτοί, μονόχωροι με ορθογώνια κάτοψη. Σε τρεις περιπτώσεις έχουμε διώροφους τάφους, ενώ σε τέσσερις τουλάχιστον υπάρχει προθάλαμος μικρών σχετικά διαστάσεων.
Σε ισόπεδο που δέσποζε στην αρχαία ακτογραμμή στα ανατολικά διατηρείται σε καλή κατάσταση ο βυζαντινός ναός της Παναγίας, πάνω και μέσα στα ερείπια μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής, πιθανώς στη θέση αρχαιότερου ναού. Πρόκειται για μονόχωρο κτίσμα με είσοδο από τη δυτική πλευρά διαστάσεων 4,40 ? 6,60 μ. μήκους με το ιερό βήμα 7,50 μ., κατασκευασμένο στο μεγαλύτερο μέρος με αρχιτεκτονικά μέλη κυρίως από πωρόλιθο. Στην πρόσοψη είναι εντοιχισμένα και μαρμάρινα μέλη, για παράδειγμα θραύσματα σαρκοφάγου με ανάγλυφη παράσταση, μαρμάρινος σπόνδυλος κ.ά. Πάνω από την είσοδο διαμορφώνεται αβαθής αψίδα. Ψηλότερα πέντε ρηχά αγγεία σχηματίζουν σταυρό. Μπροστά στην πρόσοψη είναι τακτοποιημένα μαρμάρινα μέλη από την παλαιοχριστιανική βασιλική.
Ο ναός στεγάζεται με οξυκόρυφη θόλο και στον ανατολικό τοίχο διακρίνονται αλλοιωμένες ορισμένες τοιχογραφίες. Το δάπεδο της εκκλησίας βρίσκεται χαμηλότερα του εξωτερικού εδάφους κατά περίπου 50 εκ.
Ο δεύτερος βυζαντινός ναός του ¶η Κυρκού είναι χτισμένος σε άνδηρο, βόρεια του ωδείου πάνω στα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 6ου αι. μ.Χ. Πρόκειται για κτίσμα διαστάσεων 6,4?4,8 μ. με εισόδους στη νότια και στη δυτική πλευρά. Είναι μονόχωρος και κατάγραφος εσωτερικά από βυζαντινές τοιχογραφίες. Διακρίνεται το κατώτερο τμήμα της κόγχης του Ιερού Βήματος και στη συνέχειά του στα νότια, τμήμα του ανατολικού εξωτερικού τοίχου. Νότια της νότιας εισόδου του βυζαντινού ναού διατηρείται τμήμα ψηφιδωτού δαπέδου, αποσπασματικά σωζόμενου, από το νότιο κλίτος της αρχαιότερης βασιλικής, η οποία είχε πλάτος 11,15μ.. Με αυτήν συνδέονται οι δύο αρχαίοι κίονες που βρίσκονται εξωτερικά του βόρειου τοίχου του βυζαντινού ναού, όρθια τοποθετημένοι. Το ψηφιδωτό δάπεδο παρουσιάζει διακόσμηση με φολίδες διαμέτρου 20 εκ. διαμορφωμένων με τέσσερις διαφορετικούς χρωματιστούς λίθους (μαύρο, λευκό, κεραμίδι και υπόλευκο). Τις φολίδες πλαισιώνει ταινία πλάτους ?45 εκ. με επάλληλα τεμνόμενα ημικύκλια. Αμέσως βορειότερα έχει διατηρηθεί ο βόρειος τοίχος της βασιλικής πλάτους 0,60 μ. Τα τελευταία χρόνια το μνημείο έχει δεχτεί επεμβάσεις προστασίας, οι οποίες περιλάμβαναν αρμολόγηση των εξωτερικών παρειών των τοίχων, αντικατάσταση της κεραμοσκεπής και προσωρινή κάλυψη του ψηφιδωτού δαπέδου.
Το τέλος της πόλης προσδιορίζεται γύρω στον 7ο ή 9ο αιώνα μ.Χ. οπότε φαίνεται ότι καταστράφηκε οριστικά χωρίς να ξανακατοικηθεί πλέον. Ο χαρακτήρας της όμως ως θρησκευτικού κέντρου επιβίωσε στα βυζαντινά χρόνια (Παναγία, ¶γιος Κήρυκος) και ως τις μέρες μας (πανηγύρι του Αη Κηρκού).
|