ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΦΩΤΟΘΗΚΗ
 
 
© Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού
Τοπογραφικό του αρχαιολογικού χώρου
Η πόλη των Φιλίππων εκτείνεται στη βάση ενός λόφου που αποσπάται από τους γύρω ορεινούς όγκους του Ορβήλου Όρους και εισχωρεί στην πεδιάδα. Ο λόφος με τη χαρακτηριστικό κωνικό σχήμα είναι ορατός από όλα σχεδόν τα σημεία της πεδιάδας. Ο περίβολος των τειχών σχηματίζει ένα πλαγιαστό ορθογώνιο και έχει συνολική περίμετρο 3.500 μ. Οι μακριές πλευρές ξεκινούν από την κορυφή του λόφου και προχωρώντας στις απότομες κατωφέρειες περικλείουν όλη την νότια πλαγιά του λόφου και ένα τμήμα της πεδινής έκτασης που αναπτυσσόταν στις παρυφές του έλους. Η αρχαιότερη φάση του ανάγεται στα χρόνια του Φιλίππου Β'. Τα τείχη της φάσης αυτής, κτισμένα με μεγάλους μαρμαρόπλινθους κατά το ισοδομικό σύστημα τοιχοποιίας είναι σήμερα ορατά κυρίως στο ανατολικό σκέλος. Από τις πύλες έχουν εντοπιστεί ανασκαφικά μόνο τρεις, οι δύο στη δυτική πλευρά και η τρίτη στην ανατολική, γνωστή ως πύλη της Νεάπολης, διότι οδηγούσε στο επίνειο των Φιλίππων, την αρχαία Νεάπολη (Καβάλα). Βρίσκεται σχεδόν στο μέσο του ανατολικού σκέλους σε αντιστοιχία με τη δυτική πύλη και πλαισιώνεται από δύο πύργους. Πύργοι τετράπλευροι ενίσχυαν κατά διστήματα και τη συνολική περίμετρο των τειχών. Η κορυφή του λόφου περικλείεται από ένα ξεχωριστό τείχος και αποτελούσε την ακρόπολη της αρχαίας πόλης. Στα τείχη της ακρόπολης διακρίνονται οι διάφορες φάσεις. Στο εσωτερικό υψώνεται μεγάλος τετράπλευρος πύργος που ανήκει στην υστεροβυζαντινή φάση.

Από την οργάνωση της πόλης στα χρόνια του Φιλίππου ελάχιστα έχουν έρθει στο φως. Απεναντίας η ρωμαϊκή φάση της πόλης έχει σκιαγραφηθεί στις γενικές της γραμμές. Την πόλη διέσχιζε από ανατολή σε δύση η Εγνατία οδός διαχωρίζοντας τις υπώρειες του λόφου από το πεδινό τμήμα. Μια δεύτερη οδός που συνέκλινε προς την Εγνατία, αποτελούσε την εμπορική αρτηρία της πόλης. Κάθετες οδοί διαμόρφωναν μεγάλες οικοδομικές νησίδες. Το ρωμαϊκό Forum, μεγάλη πλατεία με συμμετρικά διατετεγμένα τους χώρους που εξυπηρετούσαν τις διοικητικές, θρησκευτικές και κοινωνικές λειτουργίες της πόλης, αναπτύχθηκε ανάμεσα στις δυο βασικές αρτηρίες, σχεδόν στο μέσο της πεδινής έκτασης. Σε αυτή την υπάρχουσα πολεοδομική οργάνωση ανεγέρθηκαν τα οικοδομήματα της χριστιανικής φάσης τα οποία άλλαξαν έν μέρει τον πολεοδομικό ιστό. Ο πρώτος ευκτήριος οίκος κτίστηκε πάνω από ένα ελληνιστικό τάφο -ηρώο, ενώ για την ανέγερση της βασιλικής Β θυσιάστηκε η παλαίστρα, δύο δευτερεύουσες οδοί και τμήμα της εμπορικής αγοράς.

Βασιλική Α : Βρίσκεται στα πρώτο άνδηρο του υψώματος. Ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής με εγκάρσιο κλίτος και διακρίνεται για το μεγάλο μέγεθός της (130Χ50 μ.) και τη μεγαλοπρέπεια του γλυπτού διακόσμου της. Μνημειακή κλίμακα που ξεκινούσε από την Εγνατία οδό οδηγεί σε περίστυλη αυλή στο μέσο της οποίας υπάρχει μια δεξαμενή νερού. Ακολουθεί τετράστωο αίθριο, τη δυτική πλευρά του οποίου κατελάμβανε η φιάλη με δίτονη κιονοστοιχία και πέντε κόγχες. Τρεις είσοδοι οδηγούσαν από το αίθριο στο νάρθηκα και ισάριθμες από τον νάρθηκα στον κυρίως ναό. Μεγάλη ημικυκλική κόγχη ανοιγόταν στον ανατολικό τοίχο. Στη βόρεια πλευρά αναπτύσσονται προσκτίσματα τα οποία είναι προσιτά μέσω του νάρθηκα.

Βασιλική Β : Ιδρύθηκε στο κέντρο σχεδόν της ρωμαϊκής πόλης, νότια από την αγορά και πάνω σε ρωμαϊκά κτίρια. Οι τέσσερις τεράστιοι πεσσοί που ανήκαν στα ερείπιά της ήταν πάντοτε ορατοί και προκαλούσαν την περιέργεια των φιλάρχαιων περιηγητών. Πρόκειται για τρίκλιτη τρουλαία βασιλική. Ο τρούλος που σκέπαζε το ιερό και το χώρο που βρίσκεται μπροστά απο αυτό. Δύο κιονοστοιχίες με έξι κίονες χώριζαν το εσωτερικό σε τρία κλίτη. Επάνω από τα πλάγια κλίτη ήταν ο γυναικωνίτης που είχε τη μορφή Π. Ο μαρμάρινος στυλοβάτης του τέμπλου σώζεται στη θέση του. Στα ανατολικά εξέχει η ημικυκλική αψίδα του ιερού βήματος. Βόρεια και νότια αναπτύσσονται διάφορα προσκτίσματα. Στα βοριοανατολικά υπάρχει το βαπτιστήριο. Το δάπεδό του είναι πλακόστρωτο και στο μέσο έχει μια τετράγωνη αβαθή λεκάνη εφοδιασμένη με αγωγό για την αποχέτευση του νερού. Η βασιλική χρονολογείται στα 550 μ.Χ. και απηχεί την τέχνη της Κωνσταντινούπολης.

Οκτάγωνο: Ανατολικά της αγοράς, στο κέντρο σχεδόν της πόλης, βρίσκεται το σημαντικότερο χριστιανικό οικοδόμημα. Πυρήνας του μεγάλου αυτού συγκροτήματος είναι ο καμαροσκεπής τάφος των ελληνιστικών χρόνων που αποτελούσε αρχικά το υπόγειο τμήμα ενός εθνικού ηρώου. Δίπλα στο ηρώο ιδρύθηκε το 312-342 μ.Χ. ο πρώτος χριστιανικός ευκτήριος οίκος, η βασιλική, αφιερωμένη στον Απόστολο Παύλο, σύμφωνα με την επιγραφή του ψηφιδωτού δαπέδου. Γύρω στα 400, ο μικρός ναός καθαιρέθηκε και τη θέση του κατέλαβε ελεύθερο οκτάγωνο με αβαθή κόγχη στην ανατολική πλευρά. Εσωτερικά δίτονη κιονοστοιχία πάνω σε μαρμάρινο στυλοβάτη που ακολουθούσε το περίγραμμα της κάτοψης διαμόρφωνε έναν εσωτερικό δακτύλιο που στήριζε πυραμιδοειδή στέγη. Το δάπεδο ήταν στρωμένο με πολύχρωμα μαρμαροθετήματα.

Στα μέσα του 5ου αι. το ελεύθερο οκτάγωνο μετατράπηκε σε εγγεγραμμένο με την προσθήκη εξωτερικών τοίχων που σχημάτισαν ένα τετράγωνο, στις τέσσερις γωνίες του οποίου ανοίχθηκαν ημικυκλικές κόγχες. Ο ναός αυτός με διάφορες μετασκευές διατηρήθηκε έως τον 7ο αι. Γύρω του αναπτύσσονται τα διάφορα προσκίσματα, η φιάλη και το βαπτιστήριο. Η πρόσβασή του από την Εγνατία γινόταν μέσω τρίκλιτης στοάς με μνημειακό πρόπυλο. Δυτικά της στοάς αναπτύσσονται δωμάτια, οι ξενώνες των προσκυνητών και μία αυλή που επικοινωνούσε με την Εμπορική οδό.

Επισκοπείον: Ανατολικά του Οκταγώνου εκτείνεται το Επισκοπείον, κτιριακό συγκρότημα με τέσσερες πτέρυγες διαμερισμάτων γύρω από μια μικρή υπαίθρια αυλή, που περιελάμβαναν αποθήκες, εστία, ληνούς και πιθώνες. Η νότια και δυτική πτέρυγα ήταν διώροφες με τους χώρους κατοικίας, υποδοχής και συγκέντρωσης του κλήρου στον όροφο.
Συντάκτης
Σταυρούλα Δαδάκη, αρχαιολόγος