Ο κυρίαρχος ήρωας της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. Ήταν γιος του Δία και της θνητής Αλκμήνης, στην οποία ο θεός παρουσιάσθηκε με τη μορφή του συζύγου της, Αμφιτρύονα. Απέκτησε θεϊκές δυνάμεις επειδή θήλασε κρυφά την Ήρα και από μωρό αντιμετώπισε τη ζήλια της θεάς, που έστειλε δύο πελώρια φίδια στην κούνια του για να τον κατασπαράξουν, εκείνος όμως τα έπνιξε. Μαθήτευσε κοντά σε ξακουστούς δασκάλους και όταν μεγάλωσε, παρουσιάσθηκαν στο δρόμο του η Αρετή και η Κακία και του ζήτησαν να διαλέξει έναν από τους δύο δρόμους, και εκείνος διάλεξε της πρώτης. Σύμφωνα με τις υποδείξεις του μαντείου, ο ήρωας έπρεπε να εκτελεί τις εντολές του Ευρυσθέα, βασιλιά του Άργους, της Τίρυνθας και των Μυκηνών, για δώδεκα χρόνια. Έτσι πραγματοποίησε τους δώδεκα περίφημους άθλους του: σκότωσε το λιοντάρι της Νεμέας, εξόντωσε τη Λερναία Ύδρα, συνέλαβε τον Ερυμάνθιο κάπρο, την ιερή ελαφίνα της Αρτέμιδος, εξόντωσε τις Στυμφαλίδες Όρνιθες, καθάρισε τους στάβλους του Αυγεία, συνέλαβε τον ταύρο του Μίνωα, τα ανθρωποφάγα άλογα του Διομήδη, πήρε τη ζώνη της Ιππολύτης, βασίλισσας των Αμαζόνων, σκότωσε το Γηρυόνη, έφερε στον πάνω κόσμο τον Κέρβερο, φύλακα του Άδη, και έκλεψε τα χρυσά μήλα των Εσπερίδων. Ταξίδεψε στα πέρατα του κόσμου, έκανε πολλά κατορθώματα και συνδέθηκε με πολλές γυναίκες. Το τέλος του έφθασε όταν φόρεσε το δηλητηριασμένο από το αίμα του κενταύρου Νέσσου μανδύα, που άθελά της του έδωσε η σύζυγός του Δηιάνειρα. Δεν πέθανε αλλά ένα σύννεφο τον έφερε στον Όλυμπο, όπου έγινε αθάνατος.
|
|
|