Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 117 έως το 138 μ.Χ., ευρύτερα γνωστός για τα ταξίδια του και τον φιλελληνισμό του.
Ο Αδριανός καταγόταν από την πόλη Ιτάλικα της Ισπανίας. Η οικογένειά του διατηρούσε συγγενικούς δεσμούς με τον αυτοκράτορα Τραϊανό, ο οποίος καταγόταν από την ίδια πόλη. Ο τελευταίος μάλιστα υιοθέτησε τον Αδριανό, με την προοπτική να τον διαδεχτεί στο θρόνο.
Έλαβε σπουδαία μόρφωση και εκπαιδεύτηκε στα στρατιωτικά θέματα. Από νεαρή ηλικία κατέλαβε σημαντικά πολιτικά αξιώματα όπως ταμίας, δήμαρχος, πραίτορας, ύπατος και στρατηγός των λεγεώνων της Συρίας.
Αμέσως μετά το θάνατο του Τραϊανού, ο Αδριανός ανήλθε στο θρόνο της Ρώμης. Διέθετε καλλιεργημένη και ευγενική φύση και έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για την ελληνική παιδεία. Αποδείχτηκε δραστήριος, εργατικός και κατόρθωσε να συνδυάσει επιτυχώς την ελληνική λεπτότητα με τη ρωμαϊκή σταθερότητα.
Η απέχθειά του για τους πολέμους, τον οδήγησε να εγκαταλείψει τις κατακτήσεις του Τραϊανού στην Παρθία. Έτσι ο Ευφράτης έγινε το ανατολικότερο σύνορο του Ρωμαϊκού κράτους. Παρόλα αυτά, μερίμνησε για την ασφάλεια των συνόρων της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και ενίσχυσε τον στρατό. Το μοναδικό εξωτερικό γεγονός, το οποίο τάραξε την ηγεμονία του, ήταν η επανάσταση της Ιουδαίας.
Στα θέματα εσωτερικής πολιτικής, ο Αδριανός διαβεβαίωσε ενόρκως τη σύγκλητο ότι θα κυβερνούσε για το καλό του κράτους και θα σεβόταν τη ζωή των συγκλητικών. Βασικές του προτεραιότητες ήταν η ασφάλεια, η εσωτερική οργάνωση και η οικονομική και πολιτιστική άνοδος της αυτοκρατορίας.
Ο Αδριανός αγαπούσε πολύ τα ταξίδια. Τα δεκατέσσερα από τα εικοσιένα χρόνια της ηγεμονίας του τα πέρασε περιοδεύοντας και ευεργετώντας τα μέρη που τον φιλοξενούσαν.
Ιδιαίτερη εύνοια έδειξε προς την Αθήνα, την οποία επισκέφθηκε τρεις φορές και την ευεργέτησε ποικιλοτρόπως: έχτισε την νέα πόλη του Αδριανού (ή Αδριανούπολη) δίπλα στην παλαιά πόλη του Θησέα, κατασκεύασε το περίφημο Αδριάνειο υδραγωγείο, έχτισε βιβλιοθήκη στην αγορά της πόλης (Βιβλιοθήκη Αδριανού) και αποπεράτωσε τον ημιτελή από την εποχή του Πεισίστρατου ναό του Ολύμπιου Δία. Σε αναγνώριση της προσφοράς του ανακηρύχθηκε «άρχων? (112 μ.Χ.), προτού ακόμη γίνει αυτοκράτορας. Εκτός από την Αθήνα ο Αδριανός επισκέφτηκε πολλές άλλες πόλεις στην Ελλάδα, τη Μικρά Ασία και την Αφρική (π.χ. την Αλεξάνδρεια και την Κυρήνη). Τα πολυάριθμα ψηφίσματα των ελληνικών πόλεων και οι επιστολές που έστειλε ο Αδριανός σε μερικές από αυτές (Πέργαμος, Αστυπάλαια, Δελφοί, Έφεσος, Σύρος) δείχνουν το ζωηρό ενδιαφέρον του για την οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη του ελληνισμού. Για το σκοπό αυτό ίδρυσε το «Πανελλήνιον?, ένα σύνδεσμο που είχε ως κέντρο την Αθήνα και περιλάμβανε όλες σχεδόν τις ελληνικές πόλεις της αυτοκρατορίας. Συνεχίζοντας την παράδοση των βασιλέων της ελληνιστικής εποχής (323 -30 π.Χ.) ο Αδριανός ίδρυσε αρκετές πόλεις που έφεραν το όνομά του, σημαντικότερη από τις οποίες είναι η Αδριανούπολη της Θράκης.
Αυθόρμητο δείγμα του φιλελληνισμού του Αδριανού αποτελεί το γεγονός ότι συχνά φορούσε ελληνική ενδυμασία, ενώ όταν επισκέφτηκε την Μαντίνεια συνέθεσε επιτάφιο επίγραμμα για τον Επαμεινώνδα. Στην ίδια πόλη ίδρυσε επίσης γυμνικούς αγώνες προς τιμήν του νεαρού φίλου του Αντίνοου, τα «Αντινόεια? , που μετέπειτα τελούνταν και σε άλλες πόλεις. Επίσης, τίμησε τον Αλκιβιάδη με ανδριάντα που διέταξε να τοποθετηθεί στον τάφο του, στη Μέλισσα της Φρυγίας. Εξαιτίας του φιλελληνισμού του οι Ρωμαίοι τον αποκαλούσαν σκωπτικά «Γραικύλο? (Graiculus), ενώ οι Έλληνες «Πανελλήνιο?, «Ολύμπιο?, «Ήλιο? και, μετά την επίσκεψή του στην Δωδώνη, «Δωδωναίο?.
Όταν επέστρεψε στην Ιταλία, ο Αδριανός αποσύρθηκε στο ανάκτορό του στο Τίβολι, έξω από τη Ρώμη. Εκεί, κατασκεύασε μνημεία από τοπία που είχε θαυμάσει σε όλη την Αυτοκρατορία. Από την Ελλάδα αντέγραψε την Ποικίλη στοά, τους κήπους της Ακαδημίας, την κοιλάδα των Τεμπών κ.α.
Πέθανε το 138 μ.Χ., αφού πρώτα υιοθέτησε τον Αντωνίνο.
|
|
|